Γροθιά στο στομάχι αποτελεί η πρώτη
δημοσκόπηση για τις κοινωνικές συνέπειες του Μνημονίου και των σκληρών
οικονομικών μέτρων που έλαβε η κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει την κρίση.
Σχεδόν 7 μήνες μετά τις μαζικές περικοπές αποδοχών και
συντάξεων, με την ανεργία να καλπάζει πάνω απ' το 12% και τον φόβο για
το αύριο να μεγεθύνεται, από έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών
-που βασίστηκε σε απαντήσεις 1.200 κατοίκων της Αττικής- συνάγεται ότι
ένας στους 11 κατοίκους του νομού άνω των 18 ετών, ή αναλογικά σχεδόν
400.000 άνθρωποι, ζουν στην ανέχεια και στρέφονται συχνά για βοήθεια σε
ιδρύματα κοινωνικής μέριμνας, σε εκκλησίες ή σε δημόσιες υπηρεσίες
αλληλεγγύης (σ.σ. συσσίτια δήμων, κοινωνικά παντοπωλεία, δωρεάν παροχές
σε είδος, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη κ.ά.)
Παράλληλα, ενώ η οικογένεια επιφορτίζεται με όλο και μεγαλύτερα
οικονομικά βάρη -με αποτέλεσμα να επιβαρύνονται οι ηλικίες 45-59 ετών-
σχεδόν 4 στους 10 πολίτες απευθύνονται συχνά για οικονομική βοήθεια
εκτός του στενού οικογενειακού τους περιβάλλοντος, ενώ περίπου 800.000
άτομα (17%) έχουν στραφεί στην «ανταλλακτική οικονομία» και στην
αλληλοϋποστήριξη.
Αλλοι τόσοι, για να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους, το τελευταίο
διάστημα βγάζουν στο σφυρί οικογενειακά κειμήλια, νομίσματα και
αντικείμενα αξίας που είχαν στο μπαούλο.
Γενικά, οι 6 στους 10 έχουν επηρεαστεί δυσμενώς σε τομείς όπως η διατροφή, η ένδυση και η ψυχαγωγία.
Από τη δημοσκόπηση που διενεργήθηκε υπό την εποπτεία του πρέδρου
του τμήματος Στατιστικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου, Επαμεινώνδα Ε.
Πανά, γίνεται σαφές ότι η οικονομική κρίση έχει ήδη αρχίσει να προκαλεί
μεγάλες αλλαγές στον τρόπο ζωής και στις καταναλωτικές συνήθειες των
Ελλήνων που σφίγγουν όλο και πιο πολύ το ζωνάρι, ενώ σταδιακά
μεταλλάσσεται σε κοινωνική κρίση με θύματα τις πιο ευάλωτες ομάδες.
Μετά την πρώτη δόση μέτρων για την εφαρμογή του Μνημονίου, οι
περισσότεροι ξοδεύουν λιγότερα για ψώνια και για τρόφιμα, υποκατέστησαν
με φτηνότερα προϊόντα αυτά στο καθημερινό τραπέζι τους, κλείστηκαν στο
σπίτι ενώ άρχισαν να μετακινούνται περισσότερο με τα δημόσια μέσα
μεταφοράς, για να γλιτώσουν τα έξοδα της βενζίνης.
Πολλοί, επίσης, αναγκάστηκαν να αλλάξουν μόνιμο τρόπο διαμονής
ακόμη και να φύγουν στο εξωτερικό, ενώ όλο και περισσότεροι καταφεύγουν
στην οικογένεια για οικονομική στήριξη, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η
ανάγκη πρόσθετης εργασίας για την ενίσχυση του οικογενειακού
εισοδήματος.
Η έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου έγινε τηλεφωνικά στην
Αττική από τις 20 έως τις 27 Σεπτεμβρίου σε δείγμα 1.200 ατόμων, ηλικίας
από 18 ετών και πάνω. Ρωτήθηκαν εργαζόμενοι, άνεργοι, επιχειρηματίες
αγρότες, φοιτητές, συνταξιούχοι και μη εργαζόμενοι. Οι περισσότεροι
χαρακτήρισαν την οικονομική τους κατάσταση δύσκολη (42,9%) και πολύ
δύσκολη (33,7%), το 14,6% «ανεκτή», ενώ μόλις το 8,8% απάντησε ότι η
κατάστασή του ήταν άνετη και πολύ άνετη.
Κόβουμε έξοδα φαγητού
Περισσότεροι από 6 στους 10 ερωτηθέντες απάντησαν ότι έχουν
μειώσει «πολύ ή πάρα πολύ» την κατανάλωση τροφίμων ή το ποσό των
χρημάτων που δαπανούσαν στο σουπερμάρκετ μετά την άνοιξη, που ψηφίστηκε
το Μνημόνιο. Το ποσοστό είναι σημαντικά χαμηλότερο για τους νέους
ηλικίας 18-29 ετών έναντι των μεγαλύτερων σε ηλικία (42% έναντι 64%) ενώ
για τους συνταξιούχους το ποσοστό φτάνει το 70%.
Εκτός από λιγότερα, οι καταναλωτές ψωνίζουν πλέον και φτηνότερα
προϊόντα. Συνολικά 6 στους 10 έχουν υποκαταστήσει κάποια συνηθισμένα
τρόφιμα με άλλα πιο φτηνά, μια εξέλιξη που επιβεβαιώνεται και από τα
ολοένα και περισσότερο διευρυνόμενα μερίδια αγοράς των προϊόντων
ιδιωτικής ετικέτας στα σουπερμάρκετ. Και σε αυτή την περίπτωση, οι
νεότεροι ακολουθούν από μακριά τις μεγαλύτερες ηλικίες.
Αντίστοιχο ποσοστό καταναλωτών έχει υποκαταστήσει με φτηνότερα
προϊόντα και άλλα καταναλωτικά είδη (ένδυση, είδη οικιακής χρήσης κ.ά.).
Οι γυναίκες μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι οι άντρες (62% έναντι
57%) ενώ για το 48% των νεότερων ηλικιών τα ψώνια συνεχίζουν να φέρουν
«επώνυμη» σφραγίδα.
Οπως προκύπτει από την έρευνα, περισσότεροι από 7 στους 10 έχουν
στραφεί πλέον στο σπιτικό φαγητό για να εξοικονομήσουν χρήματα. Η
μεταστροφή παρατηρείται τόσο στους εργαζόμενους που λείπουν ώρες από το
σπίτι (75%) όσο και στους συνταξιούχους (70,2%) και τις νοικοκυρές που
περνούν περισσότερες ώρες εντός σπιτιού (81,1%). Περισσότερο έχουν
στραφεί στο σπιτικό φαγητό οι ερωτηθέντες ηλικίας 45-59 ετών (52%
απάντησαν: σε συνεχή βάση) ενώ λιγότεροι οι νεότεροι (34%).
Η κρίση και η ανάγκη περιορισμού των δαπανών έχει αντίκτυπο και
στον τρόπο που διασκεδάζουν οι Ελληνες. Το «έξω» έχει περιοριστεί
δραστικά καθώς πάνω από το 54% απαντούν ότι μένουν συνεχώς μέσα, ενώ
συνολικά το 77% των πολιτών επιλέγει να μη βγει έξω για να μην ξοδέψει
χρήματα.
Οι μισοί εργαζόμενοι, οι μισοί άνεργοι και πάνω από το 70% των
νοικοκυρών απάντησαν ότι δεν βγαίνουν πλέον από το σπίτι. Οι νέοι είναι
αυτοί που έχουν περιορίσει τις εξόδους τους σε μικρότερο ποσοστό (41,1%)
σε αντίθεση με τις ηλικίες 45-59 ετών, το ποσοστό των οποίων φτάνει το
63%. Σχεδόν 9 στους 10 συνταξιούχους απάντησαν ότι μένουν περισσότερο
σπίτι για οικονομία.
Το 17% των ερωτηθέντων είπε δε, ότι έχει κάποιο μέλος της
οικογένειάς του που αποφάσισε να αλλάξει μόνιμο τόπο διαμονής ώστε να
αντεπεξέλθει στην οικονομική κρίση.
Πάμε και με τα πόδια
Πάνω από τους μισούς ερωτηθέντες άλλαξαν μεθόδους μετακίνησης
και πλέον αντί για αυτοκίνητο ή το ταξί, που κοστίζουν ακριβά,
χρησιμοποιούν τα δημόσια μέσα μεταφοράς ή ακόμη και τα πόδια τους.
Περισσότερο έχουν επηρεαστεί οι ηλικίες από 45 έως 59 ετών (57,3%) όταν
το ποσοστό των νεότερων (18 έως 29 ετών) που άλλαξαν συνήθειες είναι
σαφώς μικρότερο και φτάνει το 46,5%.
Η κρίση έχει αντίκτυπο και στην οικογένεια που καλείται να βάλει
πλάτες για να καλύψει τις αυξημένες οικονομικές ανάγκες. Το 28% των
ερωτηθέντων απάντησε ότι κάποιο μέλος της οικογένειάς τους έχει
αναγκαστεί να εργαστεί ώστε να ενισχύσει το οικογενειακό ειόδημα.
Για τους νεότερους μάλιστα, η ανάγκη στήριξης φαίνεται να είναι
ακόμη μεγαλύτερη ώστε να «χρηματοδοτείται» ένας πιο άνετος τρόπος ζωής.
Ετσι το ανάλογο ποσοστό για τους ερωτηθέντες κάτω των 30 ετών ανέρχεται
σε 35%.
Παράλληλα, το 42,6% των νέων απάντησε ότι λόγω της οικονομικής
κρίσης κάποιο μέλος της οικογένειάς του αναγκάστηκε να εργάζεται
περισσότερες ώρες την εβδομάδα. Συνολικά, το ποσοστό που απάντησε
καταφατικά στην έρευνα είναι 35,9%.
Σχεδόν 3 στους 10 χρειάζονται (είτε «συνεχώς» είτε «μερικές
φορές») να αναζητήσουν οικονομική βοήθεια και εκτός οικογένειας. Το
ποσοστό αυτό ξεπερνά το 20% για τους νεότερους, το 33% για τα άτομα
ηλικίας από 30 έως 59 ετών, ενώ είναι χαμηλότερο (25,4%) για τους άνω
των 60 ετών. Τη μεγαλύτερη ανάγκη για οικονομική στήριξη από φίλους,
γνωστούς ή άλλες πηγές φαίνεται μάλιστα να την έχουν οι εργαζόμενοι
(50%) και οι άεργοι.
Η μεγάλη πλειονότητα πάντως (77%) απάντησε αρνητικά στο ερώτημα
αν χρειάστηκε να απευθυνθεί για οικονομική βοήθεια σε κάποια υπηρεσία
του Δημοσίου, σε εκκλησίες ή σε ιδρύματα κοινωνικής μέριμνας. Σε τόσο
δεινή θέση βρίσκεται το 8,7% των ερωτηθέντων (σε συνεχή βάση, αρκετές
φορές και ελάχιστες φορές), ωστόσο συνολικά το 23% που το «σκέφτεται» ή
καταφεύγει σ' αυτή τη λύση αποτελεί ηχηρό καμπανάκι για τις κοινωνικές
συνέπειες της κρίσης.
πηγή: Εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου