Από τους Δημοσιογράφους Χωρίς Δεσμά
Καταιγιστικές
ήταν οι εξελίξεις της εβδομάδας που πέρασε στο γυάλινο κόσμο των μέσων
ενημέρωσης. ΄Εχοντας αναλάβει από καιρό καθήκοντα γενικού επιτελείου
και έκτακτου διαρκούς απεργοδικείου κατά της μισθωτής εργασίας, οι
καναλάρχες και οι μεγαλοεκδότες άνοιξαν τώρα καταιγιστικά πυρά εναντίον
των «δικών τους» εργαζομένων, με ομαδικές απολύσεις και απόπειρες
επιβολής εργασιακού Μεσαίωνα.
Ενδεικτική του ρόλου που
διαδραματίζουν σήμερα τα μεγάλα συγκροτήματα της ενημέρωσης ήταν η
αποκάλυψη της «Ελευθεροτυπίας» αναφορικά με την επιχειρούμενη
υπονόμευση των συλλογικών συμβάσεων, μέσω της προώθησης επιχειρησιακών
ή και ατομικών συμβάσεων κάτω από τις συλλογικές, ή και κάτω από τον
βασικό μισθό. Όπως προκύπτει από το σχετικό ρεπορτάζ- που δεν
διαψεύσθηκε στην ουσία του- η εικόνα που δόθηκε δημοσίως, ότι δηλαδή
ήταν η «τρόικα» που πίεζε προς αυτή την κατεύθυνση την κυβέρνηση
Παπανδρέου, ήταν ολότελα παραπλανητική. Αντίθετα, εκείνοι που πίεζαν
επίμονα τόσο τους Τροϊκανούς επικυρίαρχους όσο και την κατοχική
κυβέρνηση ήταν οι ισχυρότεροι Έλληνες τραπεζίτες και καναλάρχες!
Αυτό το εκτρωματικό τραπεζικο- μιντιακό σύμπλεγμα,
που κυριαρχεί στην οικονομία, στην πολιτική και στους μηχανισμούς
διαμόρφωσης της λαϊκής συνείδησης, παίζει στη σημερινή Ελλάδα του
κοινωνικού πολέμου το ρόλο που έπαιζε το λεγόμενο στρατιωτικο-
βιομηχανικό σύμπλεγμα στην Αμερική του Ψυχρού Πολέμου. Πρόκειται για
την πιο πειρατική και αδίστακτη πτέρυγα του κεφαλαίου, που απειλεί το
σύνολο της κοινωνίας με μια εφιαλτική, αντιδραστική παλινδρόμηση
ιστορικών διαστάσεων αν δεν στοχοποιηθεί, χαλιναγωγηθεί και
αποδιαρθρωθεί έγκαιρα από το μαζικό κίνημα των εργαζομένων.
Στη
συνέχεια, καναλάρχες και μεγαλοεκδότες ανέλαβαν οι ίδιοι το ρόλο
«πρωτοπορίας» (έστω, μετά την εταιρεία… σεκιούριτι Group 4) στην
αποδιάρθρωση των συλλογικών συμβάσεων και την ουσιαστική διάλυση κάθε
μορφής συνδικαλιστικής οργάνωσης. Στο ραδιόφωνο του ΑΝΤΕΝΝΑ- που βγάζει
κεντρικό δελτίο ειδήσεων μόλις με έξι δημοσιογράφους!- απέλυσαν επτά
εργαζόμενους. Την ίδια στιγμή, η εργοδοσία του ΣΚΑΪ, του πρώτου
ενημερωτικού σταθμού της χώρας, θέτει στους εργαζόμενους το εκβιαστικό
δίλημμα είτε να δεχθούν κατάργηση της συλλογικής σύμβασης και
αντικατάστασή της από ατομικές, που θα προβλέπουν μείωση μισθού κατά
10%, είτε να υποστούν την απόλυση του ενός τρίτου των εργαζομένων.
Ακολούθησε το τρίτο, μετά το κλείσιμο του «Ελεύθερου Τύπου» και της
«Απογευματινής», μεγάλο κανόνι της αγοράς, με το κλείσιμο του
καθημερινού «Βήματος». Όπως ανακοίνωσε ο Στ. Ψυχάρης, το συγκρότημα
Λαμπράκη θα απορροφήσει «όσους μπορεί» στην ηλεκτρονική έκδοση του
«Βήματος», που θα συνεχιστεί- οι υπόλοιποι θα πεταχτούν σαν περιττή
σαβούρα στο πέλαγος της ανεργίας. Και για να γίνει ακόμη πιο
ταπεινωτική η όλη μεθόδευση, ο μεγαλοεκδότης κάλεσε τους υποτελείς του
να προτείνουν οι ίδιοι μειώσεις μισθών από 10% και πάνω, και ίσως τότε
να γίνει κάτι με την περίπτωσή τους. Μια ανήκουστα διεστραμμένη
πρόταση, ακόμη και για τα δεδομένα ενός τόσο σκαιού ανθρώπου όσο ο
Ψυχάρης, μια έκκληση για… πλειστηριασμό αυτοεξευτελισμού και
αυτοακρωτηριασμού από τους ίδιους τους εργαζόμενους, που απειλούνται να
πεταχτούν στο δρόμο!
Για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, ο
ΔΟΛ προσπάθησε να εμφανίσει το κλείσιμο του έντυπου «Βήματος» και τον
περιορισμό του στην ηλεκτρονική μορφή ως… πάνδημο αίτημα των
αναγνωστών! Στο σχετικό κείμενο χαζοχαρούμενου μοντερνισμού, που θα
κοβόταν ακόμη και στο δημοσιογραφικό εργαστήρι του Γιώργου Λιάγκα, ο
Ψυχάρης και οι συνεργάτες του ισχυρίζονται ότι κάθε μέρα μόνο 8.000
αγόραζαν το «Βήμα», ενώ 82.000 προτιμούσαν την ηλεκτρονική του έκδοση.
Παιδαριώδες επιχείρημα αυτό που εξισώνει ένα απλό «κλικ» ή έστω ένα
σερφάρισμα του μισού λεπτού με την αγορά και την ανάγνωση μιας
εφημερίδας. Πέρα που οι ηλεκτρονικές εκδόσεις όλων των εφημερίδων
αναπαράγουν κατά 90% από πλευράς ποσότητας (και κατά 99% από πλευράς
ποιότητας) τη δουλειά που ήδη έχει γίνει από τους συντάκτες της έντυπης
εφημερίδας, και μάλιστα χωρίς να τους προσφέρουν καμία επί πλέον
αμοιβή, όπως οφείλουν, γι αυτή την επιπλέον χρήση του προϊόντος της
εργασίας τους.
«Μα τι να κάνουμε, ο Τύπος περνάει κρίση», λένε
οι εκδότες. Ασφαλώς περνάει κρίση, πρέπει να τους απαντήσουμε, αλλά αν
κάποιος φταίει γι αυτή την κρίση είσαστε εσείς οι ίδιοι, κι εσείς
πρέπει να πληρώσετε το τίμημα! Στο κάτω- κάτω, γιατί να μοιραστούμε την
κρίση σας και τις ζημιές σας, όταν την προηγούμενη δεκαετία δεν
μοιραστήκαμε τα αστρονομικά κέρδη σας;
Φταίνε οι εκδότες,
γιατί κύλησαν ιστορικά έντυπα και μεγάλα ηλεκτρονικά μέσα στο βούρκο
της αναξιοπιστίας με τα όργια διαπλοκής και με τις ωμές παρεμβάσεις
τους στην πολιτική ζωή- από το «Φύγε Γιώργο» μέχρι τις εκδοτικές
θερμοκοιτίδες για τα κόμματα- αποκόμματα Ντόρας και Κουβέλη.
Φταίνε
οι εκδότες γιατί χρησιμοποίησαν τα μέσα ενημέρωσης σαν μοχλούς πίεσης
για τις άλλες, κερδοφόρες δουλειές τους- δρόμους, γέφυρες, προμήθειες,
καράβια, ανεμογεννήτριες, χρηματιστήριο- εντείνοντας την κρίση
αξιοπιστίας τους. Και γιατί απαξίωσαν πλήρως τη δημοσιογραφική δουλειά,
ρίχνοντας το βάρος στα εμπορικά τρικ και τα δώρα, που έριξαν την
ενημέρωση και τον πολιτισμό στο επίπεδο της Τζούλιας Αλεξανδράτου.
Φταίνε
οι εκδότες, γιατί μετέτρεψαν τον Τύπο και ιδίως τον ηλεκτρονικό όχι σε
μέσο ελέγχου της πολιτικής εξουσίας, αλλά στο «πολιτικό γραφείο» του
άτυπου «κόμματος του κεφαλαίου», κάνοντας τη δημοσιογραφία κακόφημη
λέξη στα αυτιά όλων των μη προνομιούχων Ελλήνων.
Φταίνε οι
εκδότες, γιατί έγιναν ο κατ’ εξοχήν υπερασπιστής του Μνημονίου, μιας
πολιτικής που βυθίζει την οικονομία στην ύφεση, παγώνει την αγορά και
ρίχνει κατακόρυφα και τα διαφημιστικά έσοδα ακόμη και των δικών τους
μέσων ενημέρωσης. Πράγμα που δεν τους πολυνοιάζει, βέβαια, γιατί
ελπίζουν ότι θα βγάλουν τα δεκαπλάσια από τις άλλες δουλειές τους- τις
κατασκευαστικές εταιρείες, τις βιομηχανίες ή το στόλο τους.
Απέναντι
σ’ αυτή την κατάσταση, η μεγάλη πλειονότητα των δημοσιογράφων (πέρα από
τα μεγαλοστελέχη, τους πολυθεσίτες των φανερών και μυστικών κονδυλίων
και τους οσφυοκάμπτες της εργοδοσίας) καλείται να δώσει μια καθοριστική
μάχη, όχι μόνο για τα δικά της εργασιακά δικαιώματα, αλλά και για τα
εργασιακά δικαιώματα όλων των μισθωτών. Όσο ισχυρή κι αν είναι η πίεση
της κρίσης και της ανεργίας, απέχει έτη φωτός από την πραγματικότητα η
τρομοκρατία της εργοδοσίας, που εμφανίζει τον κλάδο καταδικασμένο στην
εξαφάνιση, λες και τα ΜΜΕ του σήμερα είναι κάτι σαν την
κλωστουφαντουργία ή τη σιδηρουργία της δεκαετίας του ’80. Ο κόσμος θα
έχει πάντα ανάγκη από την αποκαλυπτική, κριτική, ανεξάρτητη ενημέρωση,
είτε μείνει στην πιάτσα, είτε αποχωρήσει ο κάθε μεγαλοεργολάβος που
παριστάνει τον εκδότη. Στο κάτω- κάτω και προηγούμενες δοκιμασίες στο
χώρο του Τύπου αποδείχθηκαν ωδίνες τοκετού νέων, ελπιδοφόρων
εγχειρημάτων, στηριγμένων στη δύναμη της συλλογικής εργασίας.
Η
μάχη αυτή, για να δοθεί με συντεταγμένο τρόπο και νικηφόρα προοπτική,
απαιτεί μια εν θερμώ ανασυγκρότηση των συνδικάτων στο χώρο του Τύπου,
σε όλο το φάσμα: Στους διεκδικητικούς στόχους (μείωση των μισθών των
διευθυντικών στελεχών και όχι των εργαζομένων, έλεγχος των εργαζομένων
στα ταμεία των ομίλων των εκδοτών κ.α.)- στις μοορφές αγώνα (κλείσιμο
Κυριακάτικων φύλλων, κυκλικές- εναλλασσόμενες απεργίες, απεργιακές
εφημερίδες)- αλλά και στην ίδια τη συνδικαλιστική οργάνωση, με αιχμή
την άμεση ένταξη στην ΕΣΗΕΑ του συνόλου των ενεργών δημοσιογράφων.
Σ’
αυτό τον αγώνα, καθοριστικό ρόλο μπορεί να παίξει ένα ενιαίο μέτωπο των
δυνάμεων της Αριστεράς, με την πολύ σημαντική παρουσία τους στο χώρο
της έντυπης και ηλεκτρονικής δημοσιογραφίας. Θα πρέπει να είναι κανείς
εντελώς τυφλός για να μην βλέπει ότι, απέναντι σε μια εργοδοσία που
συνενώνει ορισμένα από τα μεγαλύτερα και πιο δυναμικά τζάκια του
ελληνικού καπιταλισμού, είναι αδύνατον να τα βγάλουμε πέρα με στενά
παραταξιακές, συνδικαλιστικές συσπειρώσεις παλαιού τύπου. Αντίθετα,
απαιτείται η μέγιστη δυνατή συσπείρωση όλων των δυνάμεων της έντιμης,
μάχιμης και ανεξάρτητης δημοσιογραφίας, που μπορεί να φέρει τα πάνω-
κάτω στο χώρο, αρκεί να το πιστέψει.
Παράλληλα με τις
προσπάθειές της μέσα στο χώρο των ΜΜΕ, η Αριστερά θα μπορούσε να πάρει
σημαντικές πρωτοβουλίες οι οποίες θα προωθούσαν πρώτα απ’ όλα το
δικαίωμα όλων των πολιτών στην ανεξάρτητη ενημέρωση, αλλά και θα έδιναν
δύναμη, παράλληλα, στις αντιστάσεις μέσα στα υπάρχοντα μίντια. Μήπως θα
έπρεπε να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε πιο σοβαρά πρωτοβουλίες για νέα,
ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης (κυρίως ηλεκτρονικά και ιντερνετικά) μεγάλου
βεληνεκούς, που θα μπορούσαν να αλλάξουν σημαντικά το μιντιακό τοπίο;
Άλλωστε, η κρίση του παλιού κόσμου γεννάει και μια πρωτοφανή ζήτηση για
νέες ιδέες, νέα ρεύματα και νέα μέσα σε όλα τα πεδία της κοινωνικής
ζωής. Και δεν υπήρξε ούτε θα υπάρξει ποτέ κίνημα κοινωνικής αντίστασης
και ανατροπής, που δεν θα δημιουργεί και τους δικούς του τρόπους
έκφρασης και επικοινωνίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου