Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2012

Η εκδήλωση του ΝΑΡ και της νΚΑ στο Πολυτεχνείο



Μαζική ήταν η εκδήλωση του ΝΑΡ και της νΚΑ στο Πολυτεχνείο-Αθήνα την Παρασκευή 16 Νοέμβρη 2012.Ομιλητές, ο Μ. Παπαμακάριος από την Π.Ε. του ΝΑΡ, ο Δ. Γράψας από το Κ.Σ. της νΚΑ και ο Θανάσης Σκαμνάκης, δημοσιογράφος και στέλεχος του ΝΑΡ. Θέμα, το Πολυτεχνείο στη ρωγμή του χρόνου. Διαβάστε τις ομιλίες.
Ομιλία του σ. Δημήτρη Γράψα, μέλους του Κ.Σ. της νεολαίας Κομμουνιστική Απελευθέρωση στην εκδήλωση ΝΑΡ-νΚΑ στις 16/11/2012 στο Πολυτεχνείο-Αθήνα:
"Τριάντα εννιά χρόνια συμπληρώνονται φέτος από την Εξέγερση του Πολυτεχνείου και η αλήθεια είναι ότι η χρονική σειρά, αυτή η ανθρώπινη σύμβαση για την παράθεση των γεγονότων, αρχίζει να ζαλίζει. Κάποιος θα πει ότι δεν πρόκειται για σύμβαση μα για ένα καθαρό καθορισμό της χρονικής απόστασης ανάμεσα γεγονότα. Είναι όμως έτσι;
Τι κρατάει πιο πολύ; Ένα έτος ή μια δεκαετία; Πριν προλάβετε να θεωρήσετε το ερώτημα αυτό γελοίο, σκεφτείτε μόνο: Κράτησε πιο πολύ η δεκαετία από τα 20 χρόνια της εξέγερσης ως τα 30 ή το τελευταίο έτος της κρίσης; Ή πολύ περισσότερο από αυτό που έρχεται; Πόσα γεγονότα χώρεσαν τα τελευταία 20 χρόνια και πόσα χωρούν στις μέρες που ζούμε; Με πόση σιγουριά μπορούσε να μιλήσει κανείς για τον κόσμο του 2002 κατά το σωτήριον έτος 1992 και με πόση εμείς για το 2013;
Κι ακόμη, τι είναι πιο κοντά; Ο Παπανδρεϊσμός και η ενσωμάτωση του ριζοσπαστισμού του ‘80, οι όρκοι πίστης στη Θεά αγορά του ‘90, η μεγάλη ιδέα της ισχυρής Ελλάδας το 2000 ή ο γύψος αλλά και η εξέγερση του Νοέμβρη του 73;
Η Ιστορία λοιπόν κάνει το χρόνο να φαίνεται απάτη πρώτης τάξης . Κι είναι τώρα που πρέπει να πηδήξουμε πάνω από χρόνια και αδυναμίες, να καλύψουμε χρόνιες ανεπάρκειες που δεν επιτρέπεται άλλο πια να χρονίζουν, γιατί στα αλήθεια, η απάντηση στο δίλλημα της Ρόζας Λούξεμπουργκ στο δίλλημα Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα, είναι εδώ και κάνει επίδειξη δύναμης.
Δυο παράλληλα στο χώρο και τον χρόνο γεγονότα μόνο, δείχνουν τι σημαίνει επίδειξη δύναμης: Στις 19 Σεπτέμβρη του 1970, στην Γένοβα της Ιταλίας ένας άγνωστος ως τότε φοιτητής, ο Κώστας Γεωργάκης αυτοπυρπολείται για την ελπίδα, καταγγέλλοντας την χούντα των συνταγματαρχών, προσπαθώντας να τραβήξει τα μάτια της διεθνούς κοινής γνώμης πάνω της. Στον χώρο της αυτοκτονίας του, ο λαός της Γένοβας έστησε ένα μαρμάρινο μνημείο που πάνω του αναγράφεται: «Στο νεαρό Έλληνα ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΓΕΩΡΓΑΚΗ, που θυσίασε τα 22 χρόνια του για τη Λευτεριά και τη Δημοκρατία στη πατρίδα του. Όλοι οι ελεύθεροι άνθρωποι τιμούν την ηρωική του πράξη. Η Ελεύθερη Ελλάδα θα τον τιμά πάντα.»
Σαραναταδύο χρόνια μετά, μόλις προχτές, στα Μελίσσια, λαμβάνει χώρα ένας άλλος αυτοπυρπολισμός, αυτή τη φορά με όπλο την απελπισία. Η κοπέλα που αυτοκτονεί δεν έχει ακόμη όνομα για τα μέσα. Διαθέτει μόνο ηλικία, είναι η 20χρονη -δυο χρόνια μικρότερη από τον Γεωργάκη- και κίνητρο: τη καθημερινή τραγωδία της ανεργίας.
Το τραγικό αυτό γεγονός, έρχεται να πλαισιώσει πολλά άλλα. Η 20χρονη, ο 31χρονος, ο νεαρός, ο συνταξιούχος, η μητέρα 3 παιδιών κι άλλες πολλές τέτοιες ταυτότητες, κάτι σα τη σύγχρονη μνημονιακή απόδοση του νούμερου 8 του Καζαντζίδη. Οι σύγχρονοι Γεωργάκηδες δεν θα βρουν –τουλάχιστον άμεσα- καμία μαρμάρινη πλάκα που να αφήνει στην Ιστορία την πράξη τους και να κατονομάζει τους ηθικούς αυτουργούς της –κυβέρνηση, Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ, Δημοκρατική Αριστερά, Ευρωπαϊκή Ένωση, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και ο κατάλογος είναι μακρύς ακόμη. Τα ονόματα τους βέβαια θα αναγράφονται πλήρη εκεί που χρειάζεται: Στ’ απλήρωτα δάνεια των οποίων οι τράπεζες θα ζητούν την δικαίωση, ή στις μακριές λίστες των ΟΑΕΔ.
Όπως θα ‘λεγε και ο ποιητής, «πως γίνηκε και γύρισε καπάκι η Ζωή»
Τριάντα εννιά χρόνια μετά λοιπόν. Τόσο κοντά και τόσο μακριά. Ήρωες χρειάστηκαν τότε, ήρωες χρειάζονται και τώρα. Μα είναι τόσο πιο σύνθετο και δύσκολο να είσαι ήρωας σε μη ηρωικές εποχές· σκεφτείτε μόνο πόσοι από τους πρωταγωνιστές την ηρωικής περιόδου της εξέγερσης λάκισαν στη μεταπολίτευση, αποδίδοντας τελικά διπλά τον ηρωισμό σε όσους κράτησαν πιστοί με την παράταξη των κάτω.
Ψάχνουμε λοιπόν Δον-Κιχότηδες; Όχι, γιατί έχουμε πλήρη συνείδηση ότι ο μεγαλύτερος ήρωας, σ’ όλη την εποχή των εξεγέρσεων ήταν ο ίδιος ο λαός με μπροστάρη του το κίνημα της νεολαίας. Το κίνημα της νεολαίας, που άναβε τη φωτιά και η ορμή που παρέσυρε στο διάβα της «τους υπολογισμούς του συσχετισμού δύναμης, τα εφικτά αποτελέσματα ή την εκτίμηση για την ωρίμανση των συνθηκών».
«Που είναι η νεολαία», ρωτούν πολλοί σήμερα, και όχι μόνο αυτοί που την μια μέρα σιχτιρίζουν «τον Έλληνα που δε ξυπνάει, γιατί όχι πεντακόσιες χιλιάδες αλλά 5 εκατομμύρια θα ‘πρεπε να ‘μασταν στο σύνταγμα» και την άλλη βρίζουν τους απεργούς του Μετρό, αλλά και αγωνιστές με αγνά και μαχητικά κίνητρα.
Που είναι η νεολαία λοιπόν; Η νεολαία αγωνίζεται, η νεολαία μεταναστεύει, η νεολαία αυτοκτονεί. Γεμίζει και αδειάζει τις πλατείες. Οργανώνεται στην Αριστερά, στην Αναρχία, στη Χρυσή Αυγή. Άλλος για να βρει χώρο να παλέψει για τη ζωή και το μέλλον του, άλλος γιατί στο βασίλειο της απελπισίας ψάχνει αξίες και συλλογικότητες για να πιαστεί, κι άλλος γιατί βαρέθηκε να είναι το αντικείμενο της βίας του συστήματος κι αποφάσισε να γίνει το υποκείμενο της.
Όσοι ακόμη έχουν την πολυτέλεια του ατομικού δρόμου τον ακολουθούν, βέβαια γίνονται ολοένα και λιγότεροι. Οι υπόλοιποι είναι δω και προσπαθούν με όποιο τρόπο μπορούν, να την παλέψουν. Έτσι, σε κάθε γειτονιά ξεπηδά ένας νέος συλλογικός χώρος, μια κατάληψη, μια κίνηση αλληλεγγύης και όπου δεν υπάρχουν αυτά,μια τοπική οργάνωση της Χρυσής Αυγής.
«Της αγάπης την ουσία, την μετρώ στην απουσία», λέει ένα γνωστό έντεχνο τραγούδι κι αυτό το μέτρο εν τη απουσία, μάλλον έχει καθολική ισχύ. Γιατί κάτι λείπει, και μετριέται βαριά. Ένα σύγχρονο πλειοψηφικό ρεύμα στην νεολαία, μια συλλογική αφήγηση της νέας γενιάς, που θα κάνει αυτές τις επί μέρους αντιστάσεις ρεύμα, θα ενώσει τα ρυάκια σ’ ένα μαχητικό ποτάμι, θα δώσει συνεκτικότητα κι άρα θα τσακίσει τον ασπόνδυλο ανορθολογισμό.
Κι εδώ πρέπει να παραδεχτούμε ότι δυσκολευόμαστε αρκετά. Γιατί ως πριν κάποια χρόνια τα πράγματα ήταν απλούστερα. Κάποιοι άλλοι, είχαν κινήσει κι είχε η πλάση κοκκινίσει, μα τώρα πρέπει εμείς να κινήσουμε. Το 1973 υπήρχε η πεποίθηση ότι στα βόρια σύνορα της χώρας υπήρχε σοσιαλισμός-ή για άλλους κάπου μακρύτερα ή για άλλους πολύ μακρύτερα, ακόμη και για όσους δεν είχαν καμία αναφορά στο ανατολικό μπλοκ και μόνο η παρουσία του απεδείκνυε ότι δεν υπάρχει ένας και μόνο δρόμος για την Ιστορία. Ο άλλος δρόμος, με λάθη, αντιφάσεις και στρεβλώσεις, αλλά σε κάθε περίπτωση άλλος, ήταν εκεί και ήταν χειροπιαστός. Και είναι κι αυτό μια από τις ειρωνείες της Ιστορίας: Σήμερα που ο ανθρώπινος πολιτισμός κάνει τον Σοσιαλισμό και τον Κομμουνισμό να φαίνονται πιο εφικτοί από ποτέ-η εκτίναξη της παραγωγικότητας, η τεχνολογική επανάσταση, η πληροφορική, οι ανώτερες δυνατότητες για πρωτογενή συσσώρευση, ή ακόμη για μια παγκόσμια οικονομική γεωγραφία, αυτοί που τον ιδιοποιούνται, τον έχουν χρησιμοποιήσει για να κάνουν την επανάσταση να φαντάζει πιο δύσκολη από ποτέ.
Ξεμείναμε λοιπόν από διεθνή συσχετισμό κι από ενέσεις αυτοπεποίθησης. Όμως κι αυτοί ξέμειναν από θετικά οράματα και ενεργητική στράτευση. Πάνω απ’ τα κεφάλια και των δυο στρατοπέδων σα δαμόκλειος σπάθη στέκεται το ερώτημα: Τι να κάνουμε;
Και η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν πρέπει να ‘ναι μια καθηκοντολογία, κομμένη και ραμμένη στα βασικά θεμέλια της αριστερής μας σκέψης, μα πρέπει να μελετήσει την πρακτική του λαού και των νέων, πρακτική που βέβαια διαπερνά και μας μιας και δεν είμαστε ένα κομμάτι πέρα κι έξω από την κίνηση των μαζών, αντίθετα, βρισκόμαστε στην καρδιά της.
Υπάρχει σήμερα η συλλογικότητα στη νέα γενιά; Υπάρχει και είναι κυρίαρχη σε πολλά κομμάτια της, σαν όπλο επιβίωσης. Πρώτον λοιπόν, πρέπει να βουτήξουμε στην υπόθεση της συλλογικής επιβίωσης, χωρίς αγκυλώσεις και αυτό-περιορισμούς. Ότι σώζει σήμερα την νέα γενιά και τον λαό από την πείνα, την αμορφωσιά και το φασισμό, είναι προοδευτικό και ανάποδα, το πόσο προοδευτικό είναι κάτι μετριέται με τα παραπάνω κριτήρια. Οι νέοι Κομμουνιστές πρέπει να γίνουνε μπροστάρηδες σε κάθε δίκτυο αλληλεγγύης, σε κάθε τοπική συσπείρωση, σε κάθε αντιφασιστική κίνηση και πάνω στη μερική πείρα των νέων ανθρώπων πρέπει να προσπαθήσουν να γενικεύσουν. Να δώσουν την μάχη έτσι σ’ αυτές τις συλλογικότητες να μην κερδίσει η τάση που θέλει να πάει να «φτιάξει μια φωλιά στον ουρανό και να κατεβαίνει μόνο αν θέλει να γελάσει», που μ’ άλλα λόγια θέλει να ξεφύγει από την βαρβαρότητα, αλλά η τάση που παλεύει για την ανατροπή της βαρβαρότητας, που παλεύει για να πάρουμε πίσω τον κόσμο που μας ανήκει.
Άρα λοιπόν πρώτος κρίκος είναι να αντιληφθούμε αυτή την επανίδρυση της συλλογικότητας, να ανασάνουμε μαζί της και να την επηρεάσουμε. Ωστόσο αυτή η επανίδρυση θα μένει λειψή, δε θα ολοκληρώνεται, δε θα γίνεται από εν δυνάμει ενέργεια, εν ενεργεία δύναμη, αν δε μετασχηματίζεται σε συλλογικότητα διεκδίκησης. Κι εδώ έρχεται το δεύτερο καθήκον
Κανείς, ούτε ο πιο στυγνός καπιταλιστής δεν αμφισβητεί το δικαίωμα των ανθρώπων να επιβιώνουν συλλογικά. Κανείς όμως απ’ την άλλη, ούτε ο πιο φιλεύσπλαχνος καπιταλιστής δεν ανέχεται το συλλογικό δικαίωμα στην διεκδίκηση.
Είναι σήμερα πιο αναγκαία από ποτέ στην νέα γενιά, η συγκρότηση μιας κοινωνικο-πολιτικής συσπείρωσης δυνάμεων που θα τα βάζει με τον μνημονιακό μεσαίωνα και την εργοδοτική αυθαιρεσία που στο έδαφος των νέων μέτρων χάνει κάθε όριο, στην πράξη. Η συσπείρωση αυτή δεν θα υποκαθιστά αλλά θα συμπληρώνει τα συνδικάτα και τα σωματεία, θα φτάνει εκεί που αυτά δεν φτάνουν. Καμιά απόλυση δεν πρέπει να μένει αναπάντητη, συγκεντρώσεις πρέπει να καλούνται σε κάθε επιχείρηση που απολύει παράνομα, που δίνει μαύρα λεφτά, που πετσοκόβει τους μισθούς. Μια τέτοια συσπείρωση-πολιτική, πολιτιστική και κοινωνική ταυτότητα και όπλο στα χέρια των νέων ανθρώπων- που θα έχει υλικό αποτέλεσμα στη ζωή τους και ταυτόχρονα θα απαντά στο βασικό ιδεολόγημα του αντιπάλου: Ότι οι συλλογικοί αγώνες δε μπορούν να κερδίσουν.
Τρίτη και καθοριστική πλευρά της προσπάθειάς μας είναι η αποφασιστική αλλαγή της διάταξης των αγωνιζόμενων δυνάμεων. Κι εδώ πρέπει να επικοινωνήσουμε με την απέχθεια που προκαλεί στην νέα γενιά ο επίσημος συνδικαλισμός· απέχθεια που έχει σαφή υλική βάση καθώς οι μηχανισμοί του υποταγμένου συνδικαλισμού τίποτα δεν έδωσαν, μόνο πήραν από τη γενιά μας. Δε πρέπει όμως αυτή η αποστροφή να οδηγήσει στον μοναχικό δρόμο απέναντι στο αφεντικό ή στο πολιτικό προσωπικό της αστικής τάξης. Αντίθετα η νεολαία πρέπει και μπορεί να μπει μπροστά στον αγώνα για το αποφασιστικό πέρασμα της πάλης στα χέρια των αγωνιζόμενων, για να υπάρξει σήμερα και όχι αύριο ένα άλλο κέντρο οργάνωσης του αγώνα που θα βάζει στο τιμόνι αυτούς που πραγματικά δεν έχουν να χάσουν τίποτα πέρα από τις αλυσίδες του. Αν το νεολαιίστικό κίνημα πάρει τέτοιο προσανατολισμό, κανείς δε θα μπορεί να το εμποδίσει.
Τέταρτο στοιχείο είναι η πάλη για την αλλαγή της πολιτικής γεωγραφίας στην νεολαία. Το πολιτικό σύστημα, οι μπάτσοι, τα αφεντικά, η δυτικόστροφη μετανάστευση, από την διαλυμένη από τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους Ανατολή προς την Ελλάδα ή από την διαλυμένη από την καπιταλιστική ανάπτυξη Ελλάδα προς τις ευρωπαϊκές μητροπόλεις, η ανεργία, οι ανισότητες, όλ’ αυτά έχουν όνομα, είναι ο ίδιος ο καπιταλισμός, γυμνός και άγριος, χωρίς τα λούσα της εποχής των παχιών αγελάδων. Η εμφάνιση ενός αντικαπιταλιστικού πόλου-μετώπου στην νέα γενιά, ως χώρος συνύπαρξης των πιο πρωτοπόρων ρευμάτων αλλά και ως χώρος μετασχηματισμού των πρωτοπόρων ημισυνειδητών τάσεων της πάλης, ως σχολείο κοινής δράσης κι αντιπαράθεσης για την ηγεμονία, δε θα δημιουργηθεί κάποια στιγμή και θα πούμε, ορίστε έτοιμη η συνταγή αλλά είναι πολιτικός στόχος αναβάθμισης κάθε μέρα και σε κάθε μάχη του αγώνα της νέας γενιάς.
Πέμπτο στοιχειό και κρίκος για όλα τα παραπάνω είναι η δυνατότητα της νεολαία να αμφισβητήσει με στρατηγικούς όρους την καπιταλιστική κυριαρχία. Ας μελετήσουμε βαθιά την πολιτική στάση των νέων ανθρώπων που σπάζοντας την ηγεμονία της κυρίαρχης ιδεολογίας προσεγγίζουν τον αγώνα: Η πρώτη τους ανάγκη είναι η αξιακή αντιπαράθεση με τον καπιταλισμό, το γέμισμα της αξιακής φαρέτρας τους, με νέα βέλη αντιπαραθετικά με τα κυρίαρχα. Εκεί προβάλει ιστορικά η ανάγκη της αναζωογόνησης των επαναστατικών ιδεών, του επαναθεμελιωμένου στις σύγχρονες συνθήκες Κομμουνισμού «ως τη τάση που καταργεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων». Εμπνεόμενοι από τις καλύτερες στιγμές του κομμουνιστικού κινήματος στη χώρα μας και διεθνώς, πρέπει να βάλουμε το στόχο ψηλά, στην διαμόρφωση μιας σύγχρονης Κομμουνιστικής πρωτοπορίας και μιας μαζικής και πρωτοπόρας κομμουνιστικής νεολαίας, καρδιά της πάλης της νέας γενιάς αλλά και του λαϊκού κινήματος για την ανατροπή του Κοινωνικού Μεσαίωνα.
Αυτούς τους άξονες θα προωθήσει η νεολαία Κομμουνιστική Απελευθέρωση από σήμερα κιόλας, με όλες της τις δυνάμεις στην νέα γενιά. Με αίσθηση τόσο της υποκειμενικής της ανεπάρκειας όσο και της αντικειμενικής επιτακτικότητας των καιρών και των πραγμάτων. Στην ενιαία προώθηση αυτών των κατευθύνσεων καλεί κάθε νέο και νέα, κάθε εργαζόμενο, άνεργο, μαθητή, φαντάρο, κάθε έλληνα ή ξένο μετανάστη. Να πυκνώσει τις γραμμές της και να δώσει αποφασιστικά την μάχη. Για να σώσουμε τη γενιά μας, τους εαυτούς μας, από την μετανάστευση, την κατάθλιψη και τις αυτοκτονίες, αλλάζοντας τον κόσμο.
Δεν έχουμε να προσφέρουμε μια σίγουρη συνταγή. Σάμπως το Πολυτεχνείο είχε; Έχουμε μόνο έναν στόχο: Στον αγώνα ανάμεσα στην κυοφορούμενη εξέγερση και τον κυοφορούμενο κοινωνικό κανιβαλισμό, να νικήσει η πρώτη. Κι απ΄ την άλλη, η εξέγερση μας να μην αφήσει άλλα αιτήματα σε εκκρεμότητα από τον παλιό κόσμο, μα μόνο απ’ τον καινούριο. Γιατί οι εξεγέρσεις και οι επαναστάσεις δεν είχαν στόχο να γίνουν τα συνθήματα του μέλλοντος, όσο πολύτιμο κι αν είναι αυτό. Γιατί όπως το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεν έγινε για να κυβερνήσουν οι Χιτες, και ο Δημοκρατικός Στρατός για να σώσει την τιμή της Αριστεράς, έτσι και ο Νοέμβρης δεν έγινε για τον Καραμανλή. Κι έτσι οι δικοί μας Νοέμβρηδες, Οκτώβρηδες ή Δεκέμβρηδες δε πρέπει να βολευτούν με τίποτα λιγότερο από το όραμα της κοινωνικής χειραφέτησης και της κομμουνιστικής απελευθέρωσης."

Ομιλία του σ. Θανάση Σκαμνάκη, δημοσιογράφου και στελέχους του ΝΑΡ:
"...Μπορεί λοιπόν η κατάληψη του Πολυτεχνείου να ξάφνιασε τη στιγμή που έγινε τις δυνάμεις του συστήματος και τις δυνάμεις της αντίστασης. Αλλά μέσα στα σπλάχνα του περιείχε τη γενιά και την ιδέα της συνολικής ανατροπής. Δεν ήταν η ανατροπή της χούντας το μόνο αίτημα. Μπορεί οι συνθήκες να το έκαναν κυρίαρχο. Αλλά ταυτόχρονα και ουσιαστικά, ο στόχος ήταν η ανατροπή ενός συστήματος που καταφεύγει στις χούντες, με στρατιωτικό ή άλλο ένδυμα. Δεν ήταν το όνειρο των εξεγερμένων η αποκατάσταση μιας κοινοβουλευτικής δημοκρατίας του τύπου της μεταπολίτευσης, η οποία οδηγεί σε αυταρχισμούς, κρίσεις, αντιδημοκρατικές υποτροπές. Όπως έγραφε ο Κώστας Τζιαντζής στο περίφημο άρθρο του: «Η αντιδικτατορική πάλη χωρίζεται σε δυο περιόδους και σε δυο γενικά παρατάξεις, αντίθετες μεταξύ τους, αλλά και σφιχταγκαλιασμένες στον πολιτικό χώρο και στο χρόνο..."
..."Τα γεγονότα του παρελθόντος διαβάζονται έγκυρα και διατηρούν τη ζωτικότητά τους, μόνο όταν προβληθούν στο παρόν. Κι η ιστορία γράφεται και ξαναγράφεται και αξιολογείται όταν οι κάθε φορά νέες γενιές την μαθαίνουν γιατί την ζουν με το δικό τους τρόπο, στη δική τους εποχή και με τα δικά τους γεγονότα. Έτσι, εκείνη η γενιά έμαθε για την επανάσταση του ’21, την κατέβασε από το εικόνισμα των σχολικών αιθουσών και την έκανε δική της καθημερινότητα. Σε κάθε περίπτωση το ημιτελές Πολυτεχνείο του ’73, παρά τις σχολικές γιορτές και τις τιμές των επισήμων, διατήρησε τη γοητευτική και εξεγερτική του δύναμη όλα αυτά τα 39 χρόνια. Και τώρα γίνεται σημείο αναφοράς μιας εποχής που καλείται να ολοκληρώσει εκείνη την έναρξη."...
Ομιλία του σ. Μιχάλη Παπαμακάριου, μέλους της Π.Ε. του ΝΑΡ:
Ίσως δεν έχει υπάρξει πιο επίκαιρη στιγμή ιστορική στιγμή να συζητήσουμε για την εξέγερση του νοέμβρη και τα διδάγματά της.
Χιλιάδες άνθρωποι, το προηγούμενο ενάμισι χρόνο, βροντοφώναξαν στις πλατείες και τις απεργίες «ΨΩΜΙ-ΠΑΙΔΕΙΑ-ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Η ΧΟΥΝΤΑ ΔΕΝ ΤΕΛΕΙΩΣΕ ΤΟ 73». Το σύνθημα αυτό δεν αποτέλεσε κυρίως μια μορφή σύνδεσης με το παρελθόν του κινήματος μας, κάτι που συμβαίνει σε κάθε κίνημα στην ιστορία, αλλά κυρίως συμβόλισε και συμβολίζει την αίσθηση και την πεποίθηση ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων για την σύγχρονη χούντα που ζούμε.
Για ποιο ΨΩΜΙ μπορείς να μιλάς σήμερα όταν δίπλα σου υπάρχουν απλήρωτοι εργαζόμενοι, εξαντλητικά ωράρια , λειψές η καθόλου αποζημιώσεις, 1,5 εκατομμύριο άνεργοι, πεινασμένα παιδιά στα σχολεία. Απολύσεις αυταρχισμός και το κεφάλι πρέπει να είναι πάντα σκυφτό… Η χούντα τελείωσε το 73;
ΓΙΑ ΠΟΙΑ ΠΑΙΔΕΙΑ, όταν κλείνουν σχολεία ,πανεπιστήμια και ΤΕΙ, όταν οδηγούν τη νεολαία στην αγραμματοσύνη και την γνώση επί πληρωμή. Όταν κυνηγούν δάσκαλους και καθηγητές που κάνουν κάτι παραπάνω από ότι οι νόμοι τους ορίζουν. Η χούντα τελείωσε το 73;
Για ποια ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ με τόσες διαδηλώσεις που πνίγηκαν στο αίμα και στα δακρυγόνα. Όταν συλλαμβάνονται, στη κυριολεξία απαγάγονται από τη σύγχρονη ΕΑΤ-ΕΣΑ, αγωνιστές σήμερα στη Θεσσαλονίκη; 2800 μαθητές έχουν προσαχθεί τα 2 τελευταία χρόνια από την αστυνομία. Απεργίες «παράνομες» και «καταχρηστικές», «προδομένες» από την «ηγεσία» τους. Με μια χώρα αποικία των «επενδυτών» εγχώριων και ξένων. Η Χούντα τελείωσε το 73;
Από μια άποψη οι κυρίαρχοι με το σύγχρονο ολοκληρωτισμό, με τη δικτατορία των BANKS επιχειρούν να κλείσουν τη ρωγμή στο χρόνο και στον ελληνικό καπιταλισμό που επέβαλε η εξέγερση του πολυτεχνείου. Αυτήν ακριβώς την μεταπολίτευση έχουν στο νου τους οι αστοί πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι ταλιμπάν των μνημονίων, όταν μιλούν για το κλείσιμο του κύκλου της.
Αλλά και από την άλλη, όταν οι φασίστες σηκώνουν κεφάλι, τραυματίζουν και δολοφονούν μετανάστες, τρομοκρατούν τους αδύναμους, διαφωνούν στο να φορολογηθούν έστω και συμβολικά οι εφοπλιστές; Δεν αποτελούν άλλη μια απόπειρα να κλείσει αυτή η ρωγμή; Να διαγραφεί από το λαϊκό θυμικό το τραγούδι του Μάνου… Θα περάσει ο φασισμός;
Όταν ήμουνα στη νεολαία Κομμουνιστική απελευθέρωση πάντα με συγκινούσε το σύνθημα: «εμπρός για της γενιάς μας τα πολυτεχνεία». Ακόμα με συγκινεί. Όταν το φωνάζαμε τότε, το κατανοούσα σαν μια υπόσχεση για το μέλλον που αργεί ακόμη. Δεν ξέραμε, ακόμα και εμείς οι πιο παθιασμένοι υποστηρικτές της επανάστασης τη καταραμένη δεκαετία του 90, τι μας περιμένει……
Αύριο πρέπει να το φωνάξουμε αλλιώς. Γιατί μόνο με ένα πολυτεχνείο της γενιάς μας και πολύ περισσότερο της δικής σας θα μπορέσουμε να επιβιώσουμε. Μόνο με μια τέτοια εξεγερτική παρέμβαση της νεολαίας και του λαού που δεν θα μείνει στα μισά του δρόμου και δεν θα χωρέσει σε μια ακόμη απόπειρα ενσωμάτωσης του συστήματος, μπορεί να ανατραπεί και η σημερινή χούντα.
Και τότε λίγο πριν η εξέγερση φωτίσει το σκοτάδι στη ψυχή του λαού, πολλοί είχαν απογοητευτεί. «Δεν μπορεί να πέσει το καθεστώς», «έχουν περάσει τόσα χρόνια», «ποιος θα τα βάλει με το στρατό, με την ΕΑΤ-ΕΣΑ», «ποιος θα αντέξει τα βασανιστήρια». «Οι Αμερικάνοι είναι ανίκητοι». «Μήπως να περιμένουμε να κάνει κάτι η Ευρώπη». Αυτά κυκλοφορούσανε και στο κόσμο της αριστεράς. Ποιος θα έκανε την αντίσταση η νεολαία των γηπέδων και της Ζιβανσύ; Μήπως μα θυμίζουν τίποτα όλα αυτά σύντροφοι. Και τώρα αυτά δεν κυκλοφορούνε; «3 χρόνια δεν κάναμε και τίποτα», πως θα ανατραπεί το τέρας κεφαλαίου – ΕΕ-ΔΝΤ, ποιος θα τα βάλει με τις σιδερόφρακτες ορδές των ΜΑΤ; Μήπως να περιμένουμε την επιμήκυνση και την ευρωπαϊκή λύση για το νότο; Ο κόσμος είναι ακόμη στους καναπέδες.
Αυτή η διαχρονική οπτική κάνει πάντα το λάθος που σημειώνει πολύ εύστοχα ο Χάουρντ Ζιν: «Υπάρχει μια τάση να θεωρούμε πως αυτό που βλέπουμε στην παρούσα στιγμή είναι κι αυτό που θα συνεχίσουμε να βλέπουμε. Ξεχνάμε όμως πόσο συχνά αιφνιδιαστήκαμε από τις αναπάντεχες καταρρεύσεις θεσμών, από εκπληκτικές αλλαγές στη σκέψη των ανθρώπων, από απρόσμενες εξεγέρσεις ενάντια σε τυραννίες, από την ταχεία καθίζηση συστημάτων εξουσίας που έμοιαζαν ανίκητα»  
Το πολυτεχνείο σύντροφοι, υπήρξε ένα κορυφαίο παράδειγμα αυτής της οξυδερκούς παρατήρησης.
Για αυτό όπως και τότε έτσι και τώρα πρέπει να βγάλουμε τη γλώσσα κοροϊδευτικά στις συνθήκες που δεν είναι ώριμες γιατί δεν τις έχει προγραμματίσει ακόμη η αριστερά. Στο συσχετισμό που δεν υπάρχει γιατί δεν έχει καταγραφεί σε κάποια κάλπη. Πόσο μικρόνοη, ξέψυχη, άτολμη και γραφειοκρατική ήταν πάντα μια τέτοια οπτική. Ποιος συσχετισμός υπήρχε τότε στη χώρα; αυτός που νόμιζαν οι αναλυτές ή αυτός που ανέδειξε και διαμόρφωσε εν πολλοίς η εξέγερση;
Γιατί όπως τότε έτσι και τώρα δεν μπορούν να χωρέσουν οι λαϊκές ανάγκες σε μια διαχειριστική αλλαγή φρουράς, με μια ορισμένη αριστεροποίηση του τώρα, αντίστοιχα σε κάποια φιλελευθεροποίηση του τότε. Γιατί τα «παιδιά του πολυτεχνείου» δεν ζήτησαν επαναδιαπραγμάτευση της δικτατορίας αλλά ανατροπή της. Έξω το ΝΑΤΟ και οι Αμερικάνοι έγραψαν στη πύλη, μπορούμε σήμερα να ζητάμε να φύγουν τα μνημόνια και να μείνει η ΕΕ;
Γιατί το κατειλημμένο πολυτεχνείο ήταν στη πράξη το ανεξάρτητο κέντρο αγώνα της αντιδικτατορικής πάλης, όπου συνενώθηκαν όλα τα αγωνιστικά και μαχητικά ρεύματα, η πραγματική δηλαδή πρωτοπορία της ελληνικής κοινωνίας, η οποία εκεί διαμορφώθηκε περαιτέρω και σφράγισε μια ολόκληρη περίοδο της ταξικής πάλης. Το πολυτεχνείο του σήμερα μπορεί να μην είναι ένα κτίριο, σίγουρα όμως αν δεν είναι όλα τα παραπάνω δεν θα μπορέσει να υπάρξει ποτέ.
Αν θέλουμε και επιμένουμε να φωνάξουμε πάλι το σύνθημα ας το κάνουμε έτσι.Παλεύοντας για την οργάνωση του πανεργατικού και παλλαϊκού ξεσηκωμού, δηλαδή της δικής μας εξέγερσης που θα ανατρέψει την επίθεση και θα ανοίξει το δρόμο για της επαναστάσεις της νέας εποχής."

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...