Δευτέρα 6 Σεπτεμβρίου 2010

Αριστερά και εκλογικές φιέστες

Του Γιώργου Ρούση

Κάθε φορά λοιπόν οι εκλογές, πέραν των άλλων, λειτουργούν κατά κάποιο τρόπο σαν ανάπαυλα στους κανονικούς ή ακανόνιστους ρυθμούς της ζωής μας, σαν ένα είδος φιέστας σε σχέση με αυτούς. Ετσι, ξεφεύγουμε από την καθημερινότητά μας και μπαίνουμε στον αφηρημένο κόσμο των δίχως πραγματικό αντίκρισμα προγραμμάτων, των αλληλοκατηγοριών των δυνάμεων του δικομματισμού λες και αυτές έρχονται από άλλο πλανήτη, των ψεύτικων υποσχέσεων, των στείρων αντιπαραθέσεων...

Και ενώ κατά βάθος σχεδόν όλοι μας είμαστε βέβαιοι ότι τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει από το αποτέλεσμα των εκλογών, ούτε στην καθημερινή ζωή μας ούτε στην πορεία του τόπου, κάτι που αν πράγματι συνέβαινε και μάλιστα ριζοσπαστικά, είναι βέβαιο ότι αυτές είτε θα είχαν απαγορευτεί από τους κυρίαρχους είτε θα είχε επιδιωχτεί εκ των υστέρων να ακυρωθεί το αποτέλεσμά τους με τη βία, αυτές παρασύρουν και την αριστερά στην παραζάλη τους, την οδηγούν στο να ρίχνει για μεγάλα διαστήματα το κύριο βάρος της σε αυτές και να μετατρέπεται σε εκλογικό μηχανισμό, παραβλέποντας τις αγωνιστικές της δραστηριότητες, οι οποίες ιδιαίτερα σε περιόδους όπως η τωρινή έχουν σαφώς μεγαλύτερη σημασία από την εκλογική διαδικασία.
Λοιπόν έτσι, η αριστερά υπερεκτιμά συνήθως τη σημασία των εκλογών, και τούτο είτε δηλώνοντας ευθαρσώς τον θεσμολάγνο χαρακτήρα της είτε συγκαλύπτοντας τον κοινοβουλευτικό ρεφορμισμό της με μια ριζοσπαστική ρητορική, με συνέπεια στην κάθε περίπτωση να προτάσσει στην πράξη τις εκλογές απέναντι στην ανάπτυξη του λαϊκού αντικαπιταλιστικού κινήματος.
Μια τέτοια στάση όμως, πόσω μάλλον σε μια κρίσιμη περίοδο όπως το φθινόπωρο που μας έρχεται, οπότε και από τις αντιστάσεις που θα αναπτυχθούν θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό κατά πόσο θα ανατραπεί ή όχι η πολιτική ΠΑΣΟΚ-Ε.Ε.-ΔΝΤ, μπορεί να αποβεί μοιραία σε βάρος των λαϊκών συμφερόντων.
Από μια άλλη σκοπιά θα είναι μεγάλο λάθος αν ακόμη μια φορά οι εκλογές εκληφθούν από τα κόμματα της αριστεράς σαν μέσο καταγραφής της δύναμής τους και του εσωτερικού αριστερού συσχετισμού, αντί να αξιοποιηθούν στην κατεύθυνση διαμόρφωσης ενός λαϊκού αντικαπιταλιστικού -και όχι μόνον αντινεοφιλελεύθερου- αντιιμπεριαλιστικού μετώπου, μόνου ικανού να ανατρέψει την κυρίαρχη πολιτική.
Αν οι εκλογές, αντί να συμβάλουν στην κοινή δράση και το διάλογο των δυνάμεων της αριστεράς, γίνουν ακόμη μια αφορμή για να κατασπαραχτεί και η μια συνιστώσα της να καταγγέλλει την άλλη, αντί όλες μαζί να καταγγέλλουν και να πολεμούν το σύστημα που μας δυναστεύει, μάλλον θα το εξυπηρετήσουν παρά θα το φθείρουν.
Ετσι, λοιπόν, πέρα από το κριτήριο του εκλογικού καταποντισμού του ΠΑΣΟΚ ως του βασικού υπεύθυνου για την πρωτόφαντη αντιλαϊκή πολιτική και για την κατοχή της χώρας, κριτήρια στάσης στις εκλογές πρέπει να είναι από τη μια η συνεπής αγωνιστικότητα σε όλα τα μέτωπα κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου και από την άλλη η μετωπική πολιτική.
Οσοι αντιμετωπίζουν το αριστερό πολιτικό αλλά και κοινωνικό μέτωπο σαν υπερψήφιση μιας εκ των συνιστωσών της αριστεράς έστω και αν δεν συμφωνούν σε όλα μαζί της, όσοι ψευδώς, αυθαιρέτως, παραχαράσσοντας την ιστορική αλήθεια αλλά και σε αντίθεση με τις δικές τους διακηρύξεις περί αναγκαιότητας ενός λαϊκού μετώπου, δηλώνουν ότι «η πείρα που υπάρχει στη χώρα μας, αλλά και η αντίστοιχη σε άλλες χώρες της Ευρώπης, αποδεικνύει ότι όχι μόνο ισχυρό κίνημα κατά των αντιλαϊκών μέτρων δεν δημιουργήθηκε από τις αριστερές συνεργασίες και κοινές δράσεις με μίνιμουμ προγράμματα και στόχους, αλλά αυτές οδήγησαν στην απογοήτευση και σε διάλυση του λαϊκού κινήματος», όσοι το μόνο μέτωπο που τελικά δεν καταδικάζουν δημοσίως είναι εκείνο της κυβέρνησης Τζανετάκη, δεν είναι δυνατόν να επιβραβευθούν με την ψήφο όσων με συνέπεια επιδιώκουν το διάλογο και την κοινή δράση της αριστεράς.

πηγή: Εφημερίδα Ελευθεροτυπία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...