Τι είναι όμως ο ''Κυνόδοντας'';
Ο,τι θεωρείται καλό, αισθητικό και νόμιμο για μια κανονική κινηματογραφική γραφή, στον ΚΥΝΟΔΟΝΤΑ αναποδογυρίζεται.
Ισχύει το αντίθετο. Οχι καλόγουστα, καλοκαδραρισμένα, ισορροπημένα πλάνα, αλλά κομμένα κεφάλια με πολύ εκφραστικά, άτσαλα, μετωπικά στησίματα. Οχι γρήγορος ρυθμός, που υπηρετεί το θέμα, αλλά περίεργες καθυστερήσεις στην αλλαγή των πλάνων και επιμονή του φακού στο πρόσωπο που ακούει, ενώ το άλλο που μιλάει είναι εκτός κάδρου. Η αδεξιότητα στις κινήσεις και στις πράξεις των ηρώων φιλμάρονται πεισματικά και με ακρίβεια μέχρι να ολοκληρωθούν, κι αυτό μοιάζει να είναι το «κυρίως θέμα».
Ισχύει το αντίθετο. Οχι καλόγουστα, καλοκαδραρισμένα, ισορροπημένα πλάνα, αλλά κομμένα κεφάλια με πολύ εκφραστικά, άτσαλα, μετωπικά στησίματα. Οχι γρήγορος ρυθμός, που υπηρετεί το θέμα, αλλά περίεργες καθυστερήσεις στην αλλαγή των πλάνων και επιμονή του φακού στο πρόσωπο που ακούει, ενώ το άλλο που μιλάει είναι εκτός κάδρου. Η αδεξιότητα στις κινήσεις και στις πράξεις των ηρώων φιλμάρονται πεισματικά και με ακρίβεια μέχρι να ολοκληρωθούν, κι αυτό μοιάζει να είναι το «κυρίως θέμα».
Η υλικότητα των άμαθων γυμνών σωμάτων γεννάει μέσα σου κάτι από την αίσθηση του αρχέγονου την ανθρώπινης ύπαρξης. Το σχεδόν τραύλισμα του λόγου από τους έγκλειστους απαιτεί άλλου είδους ερμηνεία από τους ηθοποιούς, κάθε άλλο παρά καλλιεπή. Οι ήρωες της ταινίας είναι άδειοι, άμαθοι από τη γλώσσα, από τις εμπειρίες τού κόσμου. Ανακαλύπτουν μόνοι τους τις λέξεις και τη χρήση των αντικειμένων, που τα ονοματίζουν αλλιώς, ακολουθώντας τις κατευθύνσεις και τη διδασκαλία του πατέρα-αφέντη αλλά και τον εσωτερικό «κανονισμό» της οικογένειας.
Στις αλληγορικές ταινίες με τις πολλές συμβολικές αναφορές συνήθως καραδοκεί η αναιμία στην έκφραση, καθώς απουσιάζει ο σφυγμός της πραγματικής ζωής. Στην ταινία του Λάνθιμου, όμως, νιώθεις πως υπάρχει μια χαραμάδα φωτός, που οδηγεί στην έξοδο προς τον κόσμο.
Ο τρόπος που παίζει ο Χρήστος Στέργιογλου το ρόλο του πατέρα είναι απολύτως ρεαλιστικός. Μοιάζει σα να υπερασπίζεται την πιο αυτονόητη και φυσιολογική ζωή. Αυτός ο τρόπος τού να παίζεις το παράλογο και το τερατώδες ρεαλιστικά, παραπέμπει σε λαμπρές ερμηνείες καφκικών κειμένων.
Τρεις σκηνές με την Αγγελική Παπούλια είναι υπέροχα ασχημοόμορφες. Η σκηνή του μποξ, κυρίως ο ατσαλοδεξιοτεχνικός χορός της την ημέρα της επετείου του γάμου των γονιών της, αλλά και το σπάσιμο του κυνόδοντά της, πριν φύγει. Σπάνια σε μια ταινία όλοι οι ερμηνευτές -και οι έξι- είναι εξαιρετικοί.
Πολλά χρόνια είχε να παρουσιαστεί τέτοια προσωπικότητα σκηνοθέτη στον κινηματογράφο μας. Είχε φανεί από την προηγούμενη ταινία του, την «Κινέττα», μόνο που εκεί η κινηματογραφική γραφή δεν ήταν τόσο ελεγχόμενη. Ο φανατισμός της νεοτερικότητας, οι συνειδητές «καταστροφές» της εικόνας και του ρυθμού αλλοίωναν συχνά την καθαρότητα του βλέμματος. Εδειχνε, ωστόσο, το δρόμο όπου θα πορευτεί ο νέος κινηματογραφιστής.
Στον «Κυνόδοντα» δεν άλλαξε πορεία για να γίνει αρεστός. Τον ίδιο δρόμο ακολούθησε. Πιο ώριμα τώρα. Στον τρόπο που κάνει σινεμά νιώθεις πως υπάρχει κάποια δυναμική της γραφής, κάποια πορεία προς την κατάκτηση της ωριμότητας και ίσως αυτή η πορεία, αυτή τη στιγμή, να είναι πιο δημιουργική απ' την ίδια την ωριμότητα, που πάντα εμπεριέχει την πτώση της.
πηγή: tovima.gr
enet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου