του Χρήστου Κάτσικα*
Αν κανείς κοιτάξει, τα τελευταία τριάντα χρόνια, τις διακηρύξεις των υπουργών Παιδείας, και άλλων παραγόντων, κάθε φορά που μιλούσαν για αλλαγή ή άλλαζαν το σύστημα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, θα εκπλαγεί: τα αποτελέσματα των νέων τρόπων πρόσβασης στα ΑΕΙ – ΤΕΙ ήταν εντελώς αντίθετα από τις υποσχέσεις τους!
Παράλληλα κάθε φορά που η όποια πολιτική ηγεσία του Υπουργείου προχωρούσε σε αλλαγές στη Λυκειακή βαθμίδα και στο σύστημα πρόσβασης στην Ανώτατη εκπαίδευση, δικαιολογούσε τις αλλαγές μέσα από μια ανελέητη κριτική του προηγούμενου συστήματος ξεχνώντας βέβαια ότι οι ίδιοι το είχαν θεσπίσει. Για παράδειγμα οι ίδιες πολιτικές δυνάμεις που πριν λίγα χρόνια έκαναν αλλαγές στο Λύκειο και στο σύστημα πρόσβασης, οι ίδιες ακριβώς (ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ) ανακαλύπτουν ότι «το Λύκειο, όπως λειτουργεί σήμερα, είναι κατά βάση μια βαθμίδα που προσφέρει αποσπασματικού χαρακτήρα γνώσεις»…ότι «αποθαρρύνει τη δημιουργικότητα και την πρωτοτυπία και ανταμείβει τη στείρα απομνημόνευση της ύλης» και ότι «φορτώνει με υπέρμετρο άγχος και πίεση τους μαθητές» ότι «ακυρώνεται ο παιδαγωγικός ρόλος των εκπαιδευτικών» και ότι «αποτέλεσμα όλων των προαναφερθέντων ελλειμμάτων είναι η ελληνική οικογένεια να αιμορραγεί οικονομικά»
Τα λέμε αυτά για να δείξουμε πόση αξία έχουν οι «υποσχετικές» με τις οποίες περιβάλλουν την πρόταση για το νέο Λύκειο και το σύστημα πρόσβασης καθώς όσα λένε δεν είναι τίποτε περισσότερο από «copy paste» των διακηρύξεων που συνόδευαν τις αλλαγές μέσα στα αποκαίδια των οποίων αναπνέουν σήμερα εκπαιδευτικοί και εκπαιδευόμενοι.
Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ
Να το ξεκαθαρίσουμε κι ας μην υπάρχει καμιά αυταπάτη: Αυτό που αντιμετώπισαν πρώτα οι μαθητές φέτος ήταν ένα φθηνό Λύκειο, με περισσότερους μαθητές στην τάξη, χωρίς Πρόσθετη Διδακτική Στήριξη (ΠΔΣ), με εκπαιδευτικούς πιεσμένους από τη μείωση των μισθών και την δραματική αλλαγή των εργασιακών τους σχέσεων, χωρίς βιβλία, με εξαιρετικά περιορισμένες λειτουργικές δαπάνες, και με ένα ωρολόγιο πρόγραμμα υποταγμένο πλήρως στο νέο σύστημα εισαγωγής που ψώνισε το Υπουργείο Παιδείας από τα καλάθια προσφορών των χρησιμοποιημένων και χιλιοαποτυχημένων συστημάτων πρόσβασης. Το «Νέο Λύκειο» αποτελεί μια βαθμίδα δεμένη απ’ το λαιμό με την πρώιμη εξειδίκευση, τη βαθμοθηρία, την παραπαιδεία, την εισαγωγή στην τριτοβάθμια.
Το «Νέο Λύκειο» ήρθε, ως ένα νέο, κλωνοποιημένο υβρίδιο, μια νέα καλλιέργεια σε φτωχό, αλίπαστο, κακοπαθημένο, αποαζωτοποιημένο έδαφος:
- καλλικρατικές συγχωνεύσεις, υποβιβασμοί και λουκέτα στα σχολεία,
- διάλυση 50 εκπαιδευτικών οργανισμών, ανάμεσα στους οποίους ο ΟΣΚ και ο ΟΕΔΒ (με παραχώρηση του ψηφιακού βιβλίου στην ιδιωτική πρωτοβουλία μετά από κοινοτική επιδότηση),
- απόλυτη ελαστικοποίηση στις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών (αναπληρωτές κανονικού ωραρίου, αναπληρωτές μειωμένου, ωρομίσθιοι και ΕΣΠΑτζήδες,
- επιχείρηση για νέο διοικητικό μοντέλο του υπερδιευθυντή και του ισοπεδωμένου συλλόγου,
- καλλικρατική κατάτμηση του ενιαίου της εκπαίδευσης και ‘αποκέντρωση’ του τύπου ‘βγάλτε τα πέρα μόνοι σας’,
- δρομολογούμενη, στην πράξη πια, «αξιολόγηση» της σχολικής μονάδας και του εκπαιδευτικού,
- δραματική κατρακύλα του προϋπολογισμού για την παιδεία, από το 3,1 στο 2,7%.
ΣΤΗΝ ΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
Αν κανείς ανιχνεύσει το «σώμα» της πρότασης για το Λύκειο και την πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση, θα διαπιστώσει ότι κεντρική θέση στις αλλαγές έχει μια ρύθμιση για την οποία οι επιτελείς του Υπουργείου Παιδείας και οι συνοδοιπόροι τους (ο Πανεπιστημιακός και πρώην πρόεδρος του Συμβουλίου Α/βάθμιας και Β/βάθμιας Εκπαίδευσης Γ. Μπαμπινιώτης) έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον να «καταθέσουν» το ρεπερτόριο της υλοποίησής της: πανελλαδικού τύπου εξετάσεις σε όλες τις τάξεις του Λυκείου. Αυτές φαίνεται να αποτελούν το «παιδαγωγικό ευαγγέλιο» και τη «γραμματική» του και καθορίζονται με τέτοιο τρόπο ώστε να πριμοδοτούν, χωρίς να το δηλώνουν, την «παλινόρθωση» μιας εξεταστικοκεντρικής οργάνωσης του Λυκείου.
Πράγματι! Αν κανείς ξύσει τα γνωστά παραπλανητικά σοβατίσματα, θα ανακαλύψει ότι ο το Υπουργείο Παιδείας προτείνει το παρακάτω: Σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του Λυκείου, από την Α΄ έως την Τρίτη Λυκείου) οι μαθητές θα διαγωνίζονται στο τέλος της χρονιάς σε εξετάσεις πανελλαδικού χαρακτήρα σε όλα τα μαθήματα με κοινά θέματα που θα έρχονται τον λεγόμενο Ανεξάρτητο Εθνικό Οργανισμό Εξετάσεων και όποιος καταφέρει και «επιζήσει σχολικά» και ενδιαφέρεται να διεκδικήσει την εισαγωγή του στην Ανώτατη εκπαίδευσης, στην τελευταία τάξη του Λυκείου, περνάει από έναν ακόμη γύρο πανελλαδικών εξετάσεων σε 3-4 μαθήματα. (τα οποία στην πραγματικότητα θα είναι τα διπλάσια καθώς το Υπουργείο παιδείας, ως μέγας αλχημιστής, προσφέρει τρία σε ένα τα φιλολογικά μαθήματα, τις φυσικές και μαθηματικές επιστήμες)
Παράλληλα, το Υπουργείο Παιδείας στα πλαίσια της «σκέψης Μπαμπινιώτη» ερωτοτροπεί με την ιδέα, ανάμεσα σε άλλα, οι εξεταστικές δοκιμασίες να βασίζονται σε ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής, ως ασπίδα στη μηχανική αποστήθιση και παπαγαλία.
Αντικειμενική μεταμφίεση ανισοτήτων
Να το πούμε καθαρά: όλο πιο έντονα και έντεχνα, προβάλλονται με διάφορες ταχυδακτυλουργίες, παραδοσιακές πρακτικές ως πρωτότυπα και μαγικά ελιξίρια για την «ανανέωση» του σχολείου. Με τα περιφερειακά τεστ ο κ. καθηγητής επιδιώκει να καλλιεργήσει την αυταπάτη ότι το σύνολο της διαδικασίας θα είναι απόλυτα αντικειμενικό και αξιοκρατικό, αποκρύπτοντας έντεχνα το γεγονός ότι όσο «αντικειμενικό» κι αν είναι το διαδικαστικό μέρος, τα υπόλοιπα στοιχεία που «συναρμολογούν» τη λογική του, και διαμορφώνουν την κρίση για την επιλογή / πρόκριση – απόρριψη του μαθητικού πληθυσμού δεν μπορούν να «απογαλακτιστούν» από τις ανισωτικές λειτουργίες της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Όσοι έχουν ασχοληθεί με αυτήν και τις λειτουργίες της, γνωρίζουν καλά ότι αν οι εκπαιδευτικές ανισότητες μεταξύ των μαθητών αποτελούσαν στο σύστημα των πανελλαδικών εξετάσεων την εκπαιδευτική τους ιστορία, τώρα θα είναι το ζωντανό τους παρόν. Παράλληλα, η κρυφή ενσωμάτωση του συστήματος επιλογής στην καρδιά της λυκειακής βαθμίδας, με τις ετήσιες πανελλαδικές εξετάσεις από την Α΄ τάξη – που όλοι γνωρίζουν πόσο εύκολα μπορεί να απλώσουν τη «σκιά τους» στην ημερήσια διάταξη της εκπαιδευτικής διαδικασίας – μεταμφιέζεται από το Υπουργείο Παιδείας σε «απελευθέρωση του λυκείου ως αυτόνομης μορφωτικής βαθμίδας». Ωστόσο, τα αποτελέσματα στις ετήσιες εξετάσεις πανελλαδικού τύπου δεν θα φωτογραφίζουν, δεν θα αποτιμούν απλώς την απόδοση και την πρόοδο του μαθητή από τάξη σε τάξη, αλλά θα καθορίζουν (νωρίς – νωρίς) ποιες σχολές θα «ανοίξουν» γι’ αυτόν στο μέλλον και αν θα «ανοίξουν».
Εξετάσεις «παρακυβέρνησης»
Να το πούμε καθαρά: Δεν υπάρχει καλύτερο έδαφος για να βαθύνει ακόμη περισσότερο τις ρίζες της η εκπαίδευση της ακριβοπληρωμένης αμάθειας, καλύτερη λωρίδα ταχείας κυκλοφορίας για να τρέξουν ακόμη πιο γρήγορα οι εργολάβοι των εξετάσεων, τα φροντιστήρια και τα ιδιαίτερα! Χέρι – χέρι, ο πάλαι ποτέ «μέγας εξισωτής», όχι μόνο δεν θα ελαφρώνει αλλά θα επικυρώνει και θα νομιμοποιεί με τον πιο «αντικειμενικό» τρόπο το στένεμα των διόδων! Στην υλοποίηση των προτάσεων του Υπουργείου Παιδείας, εμφιλοχωρεί ο κίνδυνος, η μαθησιακή διαδικασία να καταδυναστευτεί ολοκληρωτικά από το «άπλωμα» των εξεταστικών δοκιμασιών και την ανάγκη ανταπόκρισης σ’ αυτές και εκπαιδευτικοί και εκπαιδευόμενοι να μεταφέρουν στην «καρδιά» της σχολικής αίθουσας ρόλους εξεταστών – διορθωτών – βαθμολογητών, αφ’ ενός, και εξεταζομένων, αφ’ ετέρου, αφού το εκπαιδευτικό έργο καλείται να εστιάσει σε μια «τεχνολογία» των εξετάσεων, στην οργάνωση και διευθέτηση των προβλεπόμενων εξεταστικών δοκιμασιών. Στο πλαίσιο αυτό, η λυκειακή βαθμίδα θα «ξεχάσει» πολύ γρήγορα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, ότι οι μαθητές που φοιτούν στις τάξεις της έχουν διαφορετικές, άνισες μορφωτικές «αποσκευές», καθώς θα είναι επιφορτισμένη όχι στο να προετοιμάσει το σύνολο του μαθητικού πληθυσμού αλλά κυρίως να διαπιστώσει – νομιμοποιήσει την ικανότητα εκείνων που προορίζονται να φοιτήσουν στις «καλές» σχολές, μέσα από διαδικασία επιλογής που θα επεκτείνεται χρονικά σε όλο το εύρος του Λυκείου και θα προσφέρει στη διαχειριστική αρμοδιότητα των καθηγητών – κριτών, ως στοιχεία για την κρίση των υποψηφίων, «αυτούσια» την ποιότητα των μορφωτικών «αποσκευών» που ο κάθε ένας θα μεταφέρει ανάλογα με το κοινωνικό – οικονομικό του «βάρος».
Παράλληλα, να τονίσουμε ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι τα τεστ τύπου πολλαπλής επιλογής προάγουν την κριτική σκέψη και άλλες συναφείς δραστηριότητες, καθώς δέχονται σοβαρές αμφισβητήσεις. Τι ελέγχεται, αλήθεια, με αυτά που παρουσιάζονται σαν τη λυδία λίθο της αξιολόγησης των μαθητών; Θραύσματα γνώσεων και επιλεκτικής μνήμης που δεν είναι παρά μία από τις μορφές που παίρνει η ικανότητα συγκράτησης πληροφοριών, η οποία δρομολογείται στα ίδια ίχνη της αποστήθισης που υποτίθεται έρχεται να αναιρέσει. Δεν θα ήταν υπερβολή να σημειώσουμε ότι πολλές φορές καμιά άσκηση δεν εξηγεί τόσο πλήρως τις διανοητικές ελλείψεις των μαθητών όσο η εσωτερική συσχέτιση γνώσης και σκέψης με τη σημείωση των επιλογών πάνω σε διακεκομμένες γραμμές.
ΤΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΑ ΠΥΡΟΤΕΧΝΗΜΑΤΑ
Λιγότερα μαθήματα, ερευνητικές εργασίες, ελεύθερος χρόνος! Αυτά είναι, μαζί με τις χιλιοπαιγμένες υποσχετικές, τα νέα συνθήματα του Υπουργείου Παιδείας για το «νέο Λύκειο». Να επισημάνουμε βεβαίως ότι το Υπουργείο Παιδείας είναι άσσος στις ταχυδακτυλουργίες. Η μείωση των μαθημάτων έγινε, τουλάχιστον σε ένα μέρος, με την παλιά διαφήμιση των σαμπουάν (2 σε 1, 3 σε 1 κλπ). Πήρε τρία φιλολογικά μαθήματα (Αρχαία, Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία) που διδάσκονται στο σημερινό Λύκειο 9 ώρες και τα «βάφτισε» ένα με τις ίδιες ώρες. Πήρε άλλα τρία μαθήματα (Φυσική, Χημεία και Βιολογία) και τα «βάφτισε» πάλι ένα.
Να πούμε, βέβαια, ότι τα τελευταία πολλά χρόνια, υπήρχαν πλήθος μαθήματα στο Λύκειο και αυτό δεν ήταν ότι καλύτερο καθώς δεν πατούσε σε κάποια πραγματική ανάγκη των μαθητών αλλά σε άλλες «ανάγκες». Ωστόσο το κύριο ζήτημα δεν είναι τόσο τα λιγότερα ή τα περισσότερα μαθήματα που διδάσκεται ένας μαθητής, αλλά η κατεύθυνση, τα περιεχόμενα μάθησης, η ποιότητα των διδακτικών εγχειριδίων, οι τρόποι διδασκαλίας και προπάντων οι επιδιώξεις της.
Όσον αφορά στην υποσχετική για περισσότερο ελεύθερο χρόνο των μαθητών αυτό μόνο πικρό γέλιο μπορεί να προκαλέσει. Η διάρθρωση του «νέου λυκείου» και οι νέοι όροι πρόσβασης στα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ μετατρέπουν το «νέο λύκειο» σε μαραθώνιο πολλών εμποδίων και εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς ότι αυτή η κατάσταση είναι το έδαφος που λιπαίνει την εξαφάνιση του ελεύθερου χρόνου.
Επανασύνδεση του Λυκείου με την εργασία
Στη συζήτηση για το σύστημα πρόσβασης, οφείλουμε να επισημάνουμε τους οικονομικούς, κοινωνικούς και εκπαιδευτικούς όρους που επιδρούν, στη διάρκεια της φοίτησης, πολύ πριν οι μαθητές, ως υποψήφιοι, φτάσουν στις πανελλαδικές εξετάσεις, στην έκβαση αυτής της φοίτησης και σε τελευταία ανάλυση στη διαφοροποιημένη κατάταξη των υποψηφίων. Οφείλουμε να στρέψουμε το μικροσκόπιο του ενδιαφέροντος, της πολιτικής και εκπαιδευτικής μας ανάλυσης στις λειτουργίες του υπαρκτού σχολείου από την πρώτη μικρή του δημοτικού, πολύ, δηλαδή πριν από το τέλος της λυκειακής βαθμίδας.
Δεν υπάρχει «φαεινή ιδέα» για το εξεταστικό, πολύ περισσότερο δεν υπάρχει αντίπαλη πρόταση, αν δεν τοποθετηθεί κανείς για την ουσία της σχολικής εκπαίδευσης, καθώς, είναι σαφές ότι το σύστημα πρόσβασης δεν μπορεί να βρει δίκαιη λύση στο πλαίσιο των άνισων όρων που δημιουργεί η σημερινή εκπαιδευτική και κοινωνική πραγματικότητα. Οφείλουμε να μιλήσουμε για την εκπαίδευση και το σχολείο σε συνάρτηση με τις υπαρκτές σχέσεις παραγωγής, με το σύστημα εκμετάλλευσης που προσδιορίζει και καθορίζει τη σχολική εκπαίδευση.
Η εκπαιδευτική κοινότητα πρέπει να κοιτάξει το δάσος και όχι το δέντρο και να μιλήσει για όλα τα παιδιά. Αλλιώς θα «εγκλωβιστεί» σε μια επιφανειακή συζήτηση που θα επικεντρώνεται στην τελευταία τάξη του λυκείου, θα μεγαλοποιεί το ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει αυτό καθαυτό το «σύστημα πρόσβασης» και θα αφήνει απέξω τα μεγάλα προβλήματα του εκπαιδευτικού συστήματος.
Χρειάζεται, επίσης, να αποκαλύψουμε ότι η «αυτονομία» ή «αποδέσμευση του Λυκείου» δεν εξαρτάται, σε τελευταία ανάλυση, από τις εξετάσεις πρόσβασης. Πρώτον γιατί κάθε βαθμίδα είναι λογικό να δένεται με την επόμενη. Δεύτερον, γιατί όπου κι αν μετατεθούν οι εξετάσεις πρόσβασης χρονικά, το Λύκειο θα συνεχίσει να είναι προθάλαμός τους, καθώς η «αξία» των τίτλων του Λυκείου στον υφιστάμενο κοινωνικό καταμερισμό εργασίας δεν είναι, εδώ και χρόνια, συνδεδεμένη με κανένα επαγγελματικό δικαίωμα, είναι απαξιωμένη εργασιακά.
ΝΕΟ ΣΧΟΛΕΙΟ – ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΙΣ – ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ
Στο σημείο αυτό οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε ακόμη μια πλευρά εξόχως σημαντική που είναι λάθος να ξεφεύγει από την προσοχή της εκπαιδευτικής κοινότητας. Το «Νέο Λύκειο» αποτελεί οργανικό τμήμα του «Νέου Σχολείου» της ημιμάθειας, του κατακερματισμού, των αποσπασματικών γνώσεων, της μεγάλης διαφοροποίησης. Παράλληλα δένεται με ένα νήμα με την πολιτική των συγχωνεύσεων και της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών με βάση τις επιδόσεις των μαθητών. Γιατί είναι φανερό ότι το Υπουργείο Παιδείας σκοπεύει να χρησιμοποιήσει τις διαφοροποιημένες επιδόσεις των Λυκείων στις πανελλαδικού τύπου εξετάσεις στα όρια των τριών τάξεων για να νομιμοποιήσει την απορριπτική αξιολόγηση των σχολείων και των εκπαιδευτικών καθώς θα τους συνδέει με τα αποτελέσματα των μαθητών. Από την άλλη με το επιχείρημα της ανάπτυξης των προγραμμάτων επιλογής μαθημάτων θα επιχειρήσει να δικαιολογήσει την πρόθεσή του για συνένωση λυκείων, δηλαδή για κατάργηση σχολικών μονάδων ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα.
*Ο Χ. Κάτσικας είναι μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου / Αντιτετράδια της εκπαίδευσης
πηγή: alfavita.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου