Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2011

Μόνη λύση προς όφελος του λαού: Ρήξη με την ΕΕ με αποδέσμευση τώρα!

του Αντώνη Δραγανίγου*

Στην σημερινή παρέμβαση θα υποστηρίξω δύο αλληλένδετες μεταξύ τους θέσεις:
Πρώτον:  ότι απαραίτητος όρος της πάλης για λύσεις σε όφελος του λαού στην παρούσα κρίση και πολύ περισσότερο για αντικαπιταλιστικές λύσεις αδήριτη προυπόθεση είναι η ρήξη με την ΟΝΕ και την ΕΕ .
Δεύτερον: ότι η μόνη συνεπής πάλη κατά της ΕΕ είναι η αποδέσμευση από αυτήν.

Αναγκαστικά θα ξεκινήσουμε με ορισμένες παραδοχές:
Η παρούσα κρίση είναι γενική, δομική κρίση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής  που παροξύνεται από τις ύπαρξη και τις αντιφάσει της ΕΕ και της Ευρωζώνης. Στο έδαφος αυτό είναι επίσης κρίση της αστικής στρατηγικής  στην χώρα μας, έτσι όπως αυτή εκφράστηκε από το 1974 και παγιώθηκε με την συμμετοχή στην ΕΕ και στην ΟΝΕ ιδίως από το 2001 και μετά,  φτηνό εργατικό κόστος, αναδιάρθρωση της παραγωγής και της κοινωνίας με κριτήριο την συμμετοχή στον καταμερισμό που επιβάλλει η ολοκλήρωση (με δραματικές συνέπειες π.χ στην αγροτική παραγωγή), επέκταση του ελληνικού κεφαλαίου πρώτα από όλα του τραπεζικού  στα Βαλκάνια κλπ.
Αν αυτές είναι οι αιτίες της κρίσης που βιώνουμε σήμερα και ο τρόπος που αρθρώνονται η  παγκόσμια  καπιταλιστική κρίση, με την ευρωπαιική και εθνική της διάσταση, τότε το πρόγραμμα εξόδου από την κρίση δεν μπορεί παρά να είναι ένα πρόγραμμα αντικαπιταλιστικής ρήξης με τις βασικές επιλογές του συστήματος, με το κεφάλαιο και την πολιτική του στην προοπτική της εξουσίας των εργαζόμενων και μιας νέας κοινωνίας πέρα από τον καπιταλισμό, μιας νέας σοσιαλιστικής και κομμουνιστικής απόπειρας.
Όμως, σε κάθε στοιχείο αυτού του προγράμματος , σε κάθε του βήμα ερχόμαστε αντιμέτωποι με την ΕΕ, την πολιτική και το τερατώδες θεσμικό οικοδόμημα που οικοδομείται τις δυο τελευταίες δεκαετίες.
α) Η υπεράσπιση των δημόσιων αγαθών: H   ιδιωτικοποίηση και η «απελευθέρωση των αγορών», που είναι το βαθύτερο υπόστρωμα των ιδιωτικοποιήσεων και της μετατροπής όλων των αγαθών σε εμπόρευμα είναι πολιτική  της ΕΕ.
Η τερατώδης «αντιμεταρρύθμιση» Διαμαντοπούλου στα πανεπιστήμια, άμεσο  αποτέλεσμα της Μπολώνια, Βερολίνου. Γιατί λοιπόν η αριστερά και το εργατικό κίνημα αρνούνται  να βάλουν πλάι στο «όχι στις ιδιωτικοποιήσεις, το «όχι στην απελευθέρωση των  αγορών»  και την πάλη κατά της ΕΕ και των ντιρεκτίβων της?
β) Πως θα γίνει «εθνικοποίηση των τραπεζών, χωρίς αποζημίωση και με λαικό εργατικό έλεγχο», που είναι η δική μας πρόταση για τον έλεγχο του χρηματοπιστωτικού συστήματος και αντιστοιχα οι εθνικοποιήσεις των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας, μέσα στο πλαίσιο μιας ένωσης που το πρώτο πράγμα που προστατεύει είναι η καπιταλιστική ιδιοκτησία και με τους ιέρακες της ΕΚΤ, της ένωσης του ευρωπαικού χρηματιστικού κεφαλαίου να έχουν συγκεντρώσει στα χέρια τους την πραγματική δυνατότητα άσκησης πολιτικής και εξουσίας?
Ακόμα  και ο απλός «έλεγχος των κεφαλαίων» σε περίπτωση άλλης εξουσίας, ακόμα και μιας «πραγματικής αντιμνημονιακής κυβέρνησης» για να μην βγάλουν οι καπιταλιστές  σε μια νύχτα  τα κεφάλαιά τους έξω και προκαλέσουν κατάρρευση στο τραπεζικό σύστημα αντίκειται στις 4 βασικές ελευθερίες της ΕΕ, και μάλιστα στην πιο ιερή της, την «ελευθερία διακίνησης των κεφαλαίων».
γ) Πως θα γίνει «αναδιανομή του πλούτου» και θα παρθούν μέτρα κοινωνικής προστασίας, μέσα στους ασφυκτικούς όρους της δημοσιονομικής ορθοδοξίας, του Μάαστριχτ2, μέσα στο κορσέ – τρελοκομείο το είχε ονομάσει μέχρι και ο Πρόντι-  των μηδενικών ελειμμάτων και της συνταγματοποίησης της λιτότητας  που προωθείται ήδη από το καλοκαίρι –την σύνοδο του Ιουλίου- όταν μάλιστα αυτό θα συνοδεύεται με έναν μηχανισμό «πιστωτικής ασφυξίας» των «απείθαρχων χωρών», όπου θα περικόπτονται με -αυτόματο τρόπο- τα λεγόμενα ευρωπαικά κονδύλια, εν είδη «τιμωρίας» των λαών που δεν γίνονται εθελοντικά απόλυτα υποζύγια της κερδοφορίας του κεφαλαίου
δ) Και τέλος  πως μπορούν να εξασφαλισθούν όροι στοιχειώδους άσκησης της λαικής κυριαρχίας, δηλαδή του δημοκρατικού δικαιώματος του κάθε λαού να αποφασίζει για το μέλλον του, όταν με την προωθούμενη «οικονομική διακυβέρνηση», επιβάλλεται η έγκριση των προυπολογισμών από την Ευρωπαική Επιτροπή, την ύπαρξη «ελεγκτών» σε κάθε χώρα, αν όχι σε κάθε υπουργείο και οργανισμό, εν ολίγοις την μεταφορά όλων των αποφάσεων «έξω», στους γραφεικοκρατικούς σκοτεινούς χωρίς κανένα λαικό-δημοκρατικό έλεγχο μηχανισμούς της ΕΕ (Επιτροπή και Ευρωπαική κεντρική Τράπεζα) και «μέσα» στους μηχανισμούς και τα άδυτα του κεφαλαίου. Εδώ για την παράκαμψη του άρθρου 16 του Συντάγματος, χρησιμοποιήθηκε το τερατούργημα του Ευρωπαικού Δικαστήριου, πόσο μάλλον από εδώ και πέρα.
Αναφέρθηκα  σε αυτές τις 4 στοιχειώδεις πλευρές μιας «φιλολαικής πολιτικής», περίπου κοινός τόπος όλων όσων έως τώρα τοποθετήθηκαν για να φανεί ότι δεν μπορεί να υπάρχει καμιά τέτοια πολιτική σήμερα, όπως και να την εννοεί ο καθένας χωρίς ρήξη, απειθαρχία, παραβίαση των   θεμαλιωδών κανόνων συγκρότησης της ΕΕ και της ΟΝΕ και των μηχανισμών επιβολής τους.
Τελικά  η ρήξη με την ΕΕ, όπως και  με την κυβέρνηση και την τρόικα αποτελούν τις αναγκαίες πολιτικές προυποθέσεις για μι αλλαγή πορείας. Και για την αριστερά το κρίσιμο ζήτημα δεν είναι να προβάλλει φιλολαικούς στόχους, όσο να απαντάει  στο  σκληρό ερώτημα «πως θα γίνουν αυτά πράξη», με ποιον ενάντια σε ποιον και πως.
Το να λες «να μην πληρώσουμε την κρίση του καπιταλισμού», «να ανοίξουμε τον δρόμο για μια πολιιτκή σε όφελος της εργατικής τάξης και του λαού», χωρίς να δείχνουμε ότι αυτό περνάει σήμερα   μέσα από την ρήξη με την ΟΝΕ και την ΕΕ είναι σαν να λέμε «θέλουμε δημοκρατία» στην περίδο της χούντας χωρίς να λέμε «κάτω η χούντα, έξω οι αμερικάνοι» ή και «εξουσία του λαού» (που δεν ειπώθηκε), κάνοντας στην καλύτερη περίπτωση δήλωση ευγενικών φιλολαικών  προθέσεων, ευχολόγιων  ή υποστηρίζοντας στην χειρότερη πολιτικές που- σε τελική ανάλυση - δεν θα θίξουν τι ς βάσεις κυριαρχίας του σημερινού συστήματος.
Και έρχομα στο δεύτερο σημείο της παρέμβασης:
Υπάρχει ρήξη με την ΕΕ, χωρίς «αποδέσμευση» από αυτήν? Με άλλα λόγια μπορεί κανείς να παραμένει  εντός της ΕΕ, παλεύονοτας για την μεταρρύθμισή της σε φιλολαική κατεύθυνση? Μπορούμε να μιλάμε για ένα «άλλο ευρώ» και «μια άλλη ΕΕ»? Είναι η ΕΕ «μεταρρυθμίσιμη»?
Για να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό πρέπει να συμφωνήσουμε στην φύση και τον χαρακτήρα του πολιτικού μηχανισμού που λέγεται ΕΕ, της σχέσης του με τις κοινωνικές ταξικές δυνάμεις, και με τα εθνικά  κράτη, τον τρόπο που «υψώνεται» και αλληλεπιδρά με αυτά. Επειδή το θέμα είναι τεράστιο θα αρκεστώ σε ορισμένες αρχικές θέσεις.
Ας βάλουμε το ερώτημα. Γιατί σήμερα η ΕΕ είναι αυτή που είναι? Γιατί προχωράει σε όλο και πιο αντιδραστικούς δρόμους πολιτικής και  θεσμικής ολοκλήρωσης.? Είναι γιατί υπάρχει ένας «αρνητικός συσχετισμός πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων» και τότε γιατί όλες οι καθεστωτικές δυνάμεις –παραδοσικαή χριστιανοδημοκρατία και σοσιαλδημοκρατία-συγκλίνουν με τέτοια απολυτότητα στην εξαιρετικά αντιδραστική αυτή πολιτική? Δεν τους ενδιαφέρει η κοινωνική τους βάση και η πολιτική τους αναπαραγωγή, ή συμβαίνει κάτι βαθύτερο?
Η ΕΕ, συγκροτείται πολιτικά και θεσμικά σε άρρηκτη σχέση με τον κάθε φορά πυρήνα  του ευρωπαικού κεφαλαίου, ιδίως  των ηγεμονικών του μερίδων, τις επιδιώξεις και τις μορφές κυριαρχίας του.  Η  εξέλιξή της δηλαδή αντανακλά-όχι παθητικά- τις διάφορες μορφές κυριαρχία του ευρωπαϊκού κεφαλαίου και τις κατοχυρώνει πολιτικά-θεσμικά, σε άρρηκτη σχέση με τα εθνικά κρατη  και τους ευρύτερους  μηχανσμούς εξουσίας του κεφαλαίου. Όσο η «ευρωπαική ενοποίηση» υψώνεται στο έδαφος των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής δεν μπορεί παρά η «θεσμικότητά της» να βασίζει την  υλική  της υπόσταση πάνω σε αυτές τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και εξουσίας, με τον τρόπο που κάθε φορά αυτές εξελίσσονται και αναπτύσσονται.  Τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά του πολιτικού μηχανισμού που λέγεται ΕΕ  αντανακλούν  την τάση εξέλιξης των πολιτικών συστημάτων στην  εποχή  του βάρβαρου, ολοκληρωτικού  καπιταλισμού που διανύουμε.
  • Τι αντανακλά η θεμελιώδης αρχή συγκρότησης της ΕΕ και της ΟΝΕη ανεξαρτησία της ΕΚΤ?» Την κυριαρχία των νεοφιλελεύθερων-μονεταριστικών αντιλήψεων. Μια ιδεολογική στρέβλωση? Η τον ηγενονικό ρόλο του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, που σε σύμφυση με το βιομηχανικό, έχει αποκτήσει την δύναμη και την εξουσία να οικοδομεί τους δικούς του, «απευθείας» θεσμούς κυριαρχίας και επιβολής των συμφερόντων του?  Αντανακλά δηλαδή όχι «αντιλήψεις» ή «τρέχοντες πολιτικούς συσχετισμούς», αλλά κοινωνικο-ταξικούς συσχετισμούς και διαδικασίες. Αν θέλει κανείς  πραγματικά να συγκρουστεί με την ανεξαρτησία της ΕΚΤ, πρέπει να συγκρουστεί με την κυριαρχία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, τον πυρήνα της αστικής τάξης σήμερα.
  • Η ανεξαρτησία της Ευρωπαικής Επιτροπής που είναι το πραγματικό κέντρο λήψης των αποφάσεων  αντανακλά την τάση των δυνάμων του κεφαλαίου  για την  αποσάθρωση της ίδιας της αντιπροσωπευτικής αστικής δημοκρατίας και την μεταφορά των αποφάσεων στους πιο κλειστούς, ανεξέλεγκτους, γραφειοκρατικούς μηχανισμούς  του κεφαλαίου. Η τάση αυτή αναπτύσσεται και στ α πλαίσια του «εθνικού αστικού  κράτους» -βλέπε π.χ την συζήτηση για «κυβερνήσεις τεχνοκρατών» ανεξάρτητες από τους κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς, στην περίοδο που η αστική τάξη δεν μπορεί  να εξασφαλίσει τις κοινωνικές συμμαχίες που αντιστοιχούσαν στην περίοδο της «μαζικής δημοκρατίας¨και άρα οικοδομεί αντιδραστικά, στεγανά απέναντι στους αγώνες των λαικών στρωμάτων  πολιτικά συστήματα.
  • Πυρήνας αυτής της αντιδραστικής μετάλλαξης των αστικών πολιτικών συστημάτων είναι το  ίδιο το γεγονός της μεταφοράς του κέντρου βάρους των αποφάσεων στους υπερεθνικούς μηχανισμούς. Το γεγονός αυτό δεν είναι ουδέτερο από την άποψη της ταξικής πάλης και πολύ περισσότερο θετικό -σύμφωνα με την αντιλήψεις των κομπολίτικων ρευμάτων και εντός της αριστεράς- καθώς η ταξική πάλη και η δυνατότητα της εργατικής τάξης να επιδράσει στην πολιτική διαπάλη συγκροτείται πρώτα από όλα στο εθνικό έδαφος,  μια που η ανισομετρία στην ανάπτυξη των κινημάτων  είναι γεγονός αντικειμενικό και μπορεί να ξεπεραστεί μόνο σε περιόδους παγκόσμιων επαναστατικών γεγονότων.
Έτσι η παλιά ρήση οι «Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης μέσα στε καπιταλιστικό καθεστώς είναι είτε απραγματοποίητες είτε αντιδραστικές»  βρίσκει σχεδόν 100 χρόνια μετά μια λαμπρή επιβεβαίωση!
Για όλους τους παραπάνω λόγους είναι απόλυτα  υποκριτική η κριτική που γίνεται από δήθεν «ταξικές θέσεις» ότι η πάλη κατά της ΕΕ δεν έχει σχετική αυτοέλεια,  ότι κρύβει το «ταξικό περιεχόμενο» του αντικαπταλιστικού αγώνα κλπ (βλέπε π.χ τις απόψεις του Γ. Μηλιού)  όταν η συνασπισμένη δια της ΕΕ ευρωπαική αστική τάξη είναι η προμετωπίδα και η κύρια δύναμη κρούσης του κεφαλαίου σε κάθε χώρα για την επιβολή της αστικής πολιτικής.
Είναι άλλο πράγμα η αντιπαράθεση με την ΕΕ να γίνεται από αταξικές-«πατριωτικές» θέσεις κα είναι άλλο πράγμα να έχει στο όνομα αυτού του κινδύνου τελικά απολογητική στάση απέναντι σε αυτόν τον ιμπεριαλιστικό μηχανισμό, που άλλωστε μας «τιμάει» ορίζοντας τα δύο από τα τρί αμέλη της «τρόικας».
Με την ίδια μεθοδολογία αντιμετωπίζουμε και το θέμα του ευρώ  και της ΟΝΕ. Το ευρώ είναι ένα «ουδέτερο εργαλείο»? Η ένα νόμισμα (ψευδονόμισμα λένε πολλοί) που αντανακλά συγκεκριμένες  κοινωνικές ταξικές και εθνικές σχέσεις? Με άλλα λόγια μπορούσε να φτιαχτεί το ευρώ,  οι νόρμες και  μηχανισμός της ΟΝΕ που το συνοδεύουν (δηλαδή τα κριτήρια του Μάστριχτ και το επερχόμενο τέρας της οικονομικής διακυβέρνησης) εξω από την επιδίωξη του κεφαλαίου ειδικά του χρηματοπιστωτικού για την εξασφάλιση της κερδοφορίας του- πάνω στα κοινωνικά ερείπια στο εσωτερικό των ευρωπαικών χωρών, την διεκδίκηση της παγκόσμιας  νομισματικής ηγεμονίας στο εξωτερικό και –τέλος-  την επιβολή  των ισχυρών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων –πρωτίστως Γερμανίας και Γαλλίας για πλήρη οικονομική και πολιτική κυριαρχία στην Ευρώπη?  Για αυτούες τους λόγους υπάρχουν οι δείκτες και οι συνθήκες της ΟΝΕ καθώς  και οι μηχανισμοί εφαρμογής τους, για αυτό ορίστηκαν έτσι οι ισοτιμίες, για αυτό η ΟΝΕ είναι αυτή που είναι!!
Αυτές οι κοινωνικο-ταξικές σχέσεις είναι που αποτυπώνονται σ το ευρώ και τις συνθήκες της ΟΝΕ, για αυτό και δεν μπορεί να είναι κανένας ενάτνια στους δείκτες της ΟΝΕ- χωρίς να είναι ενάντια στο ευρώ, δεν μπορεί να ανακτήσει τα εργαλεία άσκησης της νομισματικής πολιτικής χωρίς ρήξη με την ΕΚΤ και άρα με την ΟΝΕ και το ευρώ.
Θα ήθελα τέλος να αναφερθώ στην άποψη που θέλει την Ελλάδα «έξω από το ευρώ, αλλά μέσα στην ΕΕ» προβάλλοντας μάλιστα τα παραδείγματα αντίστοιχων χωρών.
Κατ΄αρχήν οι χώρες εκτός ΟΝΕ, που οι συνθήκες για τους λαούς είναι καλύτερες από ότι στην Ελλάδα, είναι κατά τεκμήριο πλουσιότερες, με πιο αναπτυγμένες οικονομίες και επιπλέον δεν μπήκαν ποτέ στην ΟΝΕ. Το κυριότερο, όμως είναι άλλο.
Θεωρητικά υπάρχει δυνατότητα για μια καπιταλιστική Ελλάδα εκτός ΟΝΕ, αλλά εντός ΕΕ. Δηλαδή η αποχώρηση από την ΟΝΕ με πρωτοβουλία της αστικής τάξης κάτω από τον κίνδυνο των γενικευμένων αδιεξόδων, πιθανής χρεοκοπίας ή και αναπτυσσόμενων αγώνων. Είναι άλλο αυτό και άλλο η αποχώρηση από την ΟΝΕ κάτω από την πίεση του λαϊκού κινήματος, σαν τμήμα μιας ευρύτερης στρατηγικής ρήξης με τους νόμους του κεφαλαίου και τους πολιτικούς μηχανισμούς επιβολής τους. Στην περίπτωση αυτή όχι μόνο τα ευρωπαικά προγράμματα θα ακυρωθούν, αλλά μάλλον θα δούμε τι σημαίνει πραγματικά ιμπεριαλιστικός μηχανισμός επιβολής, που λειτουργεί όχι με «οικονομικά» κριτήρια, αλλά πολιτικά, σαν «διεθνιστικός» μηχανισμός» της αστικής τάξης στην πάλη της με την εργατική τάξη και τους λαούς. Και τότε οι λαός πρέπει να είναι πρετοιμασμένος να συγκρουστεί και να νικήσει.

*εισήγηση στη ημερίδα της Πρωτοβουλίας κατά του ευρω και της ΕΕ στο Πάντειο, 08.10.2011

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...