του Βασίλη Μηνακάκη
Ξαφνικά μπήκε στη ζωή μας η αριστερή κυβέρνηση. Με ελπίδες και προσδοκία ότι μπορεί να βάλει ένα φραγμό στον οδοστρωτήρα που ισοπεδώνει τις ζωές και τα δικαιώματα των λαϊκών στρωμάτων.
Αλλά τι σημαίνει αριστερή κυβέρνηση; Προφανώς μια κυβέρνηση που ασκεί αριστερή πολιτική και με αριστερό τρόπο. Όχι απλώς μια κυβέρνηση που απαρτίζεται από πολιτικές δυνάμεις που αυτοαποκαλούνται ή τις αποκαλούν αριστερές. Οπότε, το ερώτημα μετατρέπεται: τι σημαίνει αριστερή πολιτική; Ή αλλιώς, τι σημαίνει Αριστερά;
ΑΠΟ ΤΟΝ 18ο ΣΤΟΝ 20ό ΑΙΩΝΑ
Η προέλευση του όρου ανάγεται στον 18ο αιώνα και σχετίζεται με τις θέσεις που κάθονταν οι πολιτικές δυνάμεις στο αγγλικό κοινοβούλιο, σε σχέση με το προεδρείο. Παγιώθηκε, ωστόσο, στα χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης (1789), όταν οι μοναρχικοί κατέλαβαν στη Συντακτική Συνέλευση το δεξιό μέρος της αίθουσας και οι δημοκράτες το αριστερό. Έκτοτε ο όρος διασχίζει την πολιτική ζωή, διαμορφώνει «στρατόπεδα» και συνειδήσεις, καθορίζει πολιτικές απαντήσεις, συνδέεται με κορυφαία γεγονότα.
Η σημασία των όρων Αριστερά και αριστερή πολιτική αλλά και τις διάκρισης Αριστερά-Δεξιά αμφισβητήθηκε και αμφισβητείται από πολλές πλευρές, ωστόσο. Κάποιοι είπαν ότι μαζί με το «τέλος των ιδεολογιών» επήλθε και το τέλος των διαχωριστικών γραμμών. Άλλοι ότι η διάκριση Αριστερά-Δεξιά αντικαταστάθηκε από το «εκσυγχρονισμός ή όχι» ή ότι ακυρώθηκε από τη βελτίωση της θέσης των εργαζομένων, τη «διεύρυνση της μεσαίας τάξης» και τη συναφή άμβλυνση της κοινωνικής-ταξικής πόλωσης.
Μερικοί πρόβαλλαν έναν «τρίτο δρόμο» ή οριοθέτησαν την Αριστερά ως τη δύναμη που αντιπροσωπεύει το «κοινωνικό κράτος» ή το παλιό ή νέο «κοινωνικό συμβόλαιο», τον «έλεγχο της πολιτικής επί της οικονομίας», τη διόρθωση του «καπιταλισμού-καζίνο» από τις ακρότητες, την επιταγή της ισότητας, τη δημοκρατία, τον ουμανισμό, την προστασία των μειονοτήτων ή του περιβάλλοντος, την κοινωνική ευαισθησία. Κι εσχάτως μάθαμε ότι η διάκριση Αριστερά-Δεξιά δεν ισχύει και οι ιδεολογίες δεν έχουν θέση όταν πρόκειται να σώσουμε την πατρίδα (ΕΠΑΜ), ότι δεν υπάρχουν αριστεροί παρά μόνο «κομμουνιστές» (ΚΚΕ) ή ότι Αριστερά μπορεί να σημαίνει «επανεξέταση» και «αναδιαπραγμάτευση» αλλά όχι υποχρεωτικά κατάργηση του μνημονίου και των δανειακών συμβάσεων (ΣΥΡΙΖΑ).
ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΣΗΜΕΡΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ
Υπάρχει ένας σαφής ορισμός της Αριστεράς και της αριστερής πολιτικής; Ο Λένιν μάς βοηθά να ξετυλίξουμε το κουβάρι αυτό: «Όσον αφορά τα αριστερά κόμματα, αυτά είναι πραγματικά αριστερά και αξίζουν αυτόν τον τίτλο μόνον εφόσον εκφράζουν τα συμφέροντα και αντανακλούν την ψυχολογία όχι της “κοινωνίας” ούτε της χούφτας της κάθε κλαψιάρικης διανοουμενίστικης σαβούρας, αλλά την ψυχολογία των κατώτερων στρωμάτων του λαού, του προλεταριάτου και μιας ορισμένης μερίδας της μικροαστικής μάζας του χωριού και της πόλης. Αριστερά κόμματα είναι εκείνα που το ακροατήριό τους δεν είναι ποτέ αδιάφορο για τα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα, όπως ποτέ δεν είναι αδιάφορος ο πεινασμένος για το κομμάτι το ψωμί» (Άπαντα, τόμ. 15, σσ. 264-5).
Πιο απλά, ο όρος Αριστερά δεν είναι αυστηρός όρος, με ανελαστικές οριοθετήσεις. Από κοινωνική άποψη, εκφράζει το λαϊκό-πληβειακό στοιχείο, την εργατική τάξη και τα φτωχότερα μεσαία στρώματα, αντανακλά τις ανάγκες και τα συμφέροντά τους. Από πολιτική άποψη, εκφράζει τον πολύμορφο ριζοσπαστισμό τους, τις πολυεπίπεδες τάσεις ρήξης με το αστικό καθεστώς και το πολιτικό του σύστημα, που αντιπαρατίθεται (όχι με το ίδιο βάθος) τόσο στο σύστημα και τους πυλώνες του όσο και στην τάση συνδιαλλαγής και υποταγής που αναπτύσσεται στους εργαζόμενους.
Συνεπώς, η Αριστερά σε πολιτικό επίπεδο είναι αντικειμενικά πιο ευρεία από το κόμμα της κομμουνιστικής απελευθέρωσης. Είτε το θέλει κανείς είτε όχι, έτσι είναι κι έτσι θα είναι, μιας και η εργατική συνείδηση, ο ριζοσπαστισμός αναπτύσσονται ανισόμετρα, μέσα από διαφορετικούς δρόμους, ως αποτέλεσμα υπαρκτών κοινωνιολογικών, γνωσιολογικών και πολιτικών δεδομένων και εμπειριών στη ζωή των λαϊκών μαζών.
Επομένως, οι κομμουνιστές δεν είναι «άλλο» και, πολύ περισσότερο, «εχθρικό» ρεύμα προς τους αριστερούς, δεν αντιμετωπίζουν τα πράγματα με οδηγό το «ή κομμουνιστής (ακόμη χειρότερα, ή ΚΚΕ) ή τίποτα». Είναι ένα από τα ρεύματα της Αριστεράς. Δεν κλείνουν τα μάτια απέναντι στην ύπαρξη κι άλλων ριζοσπαστικών αριστερών ρευμάτων ούτε θεωρούν ότι οι μη «χημικώς καθαρές» κομμουνιστικές τάσεις, τα μη επαναστατικά «όχι στο μνημόνιο» είναι συλλήβδην αναχώματα και οπορτουνιστές (όχι ότι δεν υπάρχουν αναχώματα και οπορτουνιστές).
Οι κομμουνιστές είναι το τμήμα της Αριστεράς που σε κάθε αναμέτρηση εκφράζει το συνολικό (κι όχι απλώς το επιμέρους), το διεθνικό (κι όχι απλώς το εθνικό), το στρατηγικό (και όχι απλώς το τακτικό) στοιχείο της πάλης – όπως ανέφερε το Κομμουνιστικό Μανιφέστο. Που προσπαθεί να συνενώσει-μετασχηματίσει τον πολύμορφο ριζοσπαστισμό (σήμερα το πρωτόλειο και αντιφατικό «όχι στο μνημόνιο») σε συνειδητό αντικαπιταλιστικό κι επαναστατικό αγώνα. Που αγωνίζεται ώστε μέσα στο ευρύ ριζοσπαστικό δυναμικό να ηγεμονεύσουν -μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες, γόνιμης αλληλεπίδρασης- η προλεταριακή και κομμουνιστική πλευρά και προοπτική.
Η Αριστερά, παράλληλα, είναι και Ιστορία, παράδοση. Κουβαλάει αναφορές σε γεγονότα όπως η Οκτωβριανή, η Αντίσταση, το Πολυτεχνείο. Σε προσωπικότητες-σύμβολα όπως ο Λένιν, ο Λαμπράκης, ο Τσε, ο Ζαπάτα, ο Σπάρτακος. Σε αξίες, όπως η αλληλεγγύη, η ειρήνη, η συλλογικότητα, ο αγώνας. Σε ιστορικά ρεύματα, όπως ο μπολσεβικισμός, ο τριτοδιεθνισμός, ο ευρωκομμουνισμός, ο τροτσκισμός, ο μαοϊσμός.
Επιπλέον, η Αριστερά έχει ιδεολογικές αναφορές στον Μαρξ και τους θεωρητικούς που ακολούθησαν το δρόμο του. Και στη βάση αυτών των αναφορών, αναλύει επιστημονικά την πραγματικότητα, προβλέπει τις εξελίξεις, καθορίζει αντιπάλους και φίλους, διαμορφώνει στρατηγική και τακτική, αναπτύσσει τον ζωντανό και γόνιμο διάλογο στο εσωτερικό της και με τους εργαζόμενους.
Πάνω απ’ όλα, όμως, η Αριστερά, η αριστερή πολιτική είναι ιστορικά συγκεκριμένη. Αυτό δικαιώνει τις ιστορικές παραδόσεις, επιβεβαιώνει τους αυτοπροσδιορισμούς, «αποφασίζει» για την ορθότητα των γενικών αρχών. Με αυτή την έννοια πρέπει να απαντήσουμε και σήμερα τι σημαίνει Αριστερά, παίρνοντας υπόψη τις «πολιτικές ταυτότητες» και τις ιστορικές διαδρομές, αλλά κρίνοντας πάνω απ’ όλα συγκεκριμένα.
Ας ξεκινήσουμε, καταρχήν, ορίζοντας το ζήτημα αρνητικά. Συντηρητική, δεξιά είναι η πολιτική που προωθούν το μνημόνιο και οι δανειακές συμβάσεις, η ΕΕ και το ΔΝΤ, οι αγορές και το κεφάλαιο. Η πολιτική που έχει ως υπέρτατο νόμο την ανταγωνιστικότητα, την ατομική ιδιοκτησία, το κέρδος. Άρα αριστερή, φιλολαϊκή, ριζοσπαστική είναι η πολιτική και η δύναμη που κοντράρει αυτές τις επιλογές και τους πυλώνες τους, ακυρώνει κάθε φορά την επίθεση του αντίπαλου, ανατρέπει την επίθεση και τους φορείς της. Που δεν κινείται με λογική συνδιαλλαγής μαζί τους, διαπραγμάτευσης ώστε «να μην υπάρχει περαιτέρω επιδείνωση» (όπως έλεγε το πρώτο από τα πέντε σημεία του ΣΥΡΙΖΑ), «επανεξέτασης» του τι και πόσο θα περικοπεί (όπως έλεγε η επιστολή του στον Μπαρόζο), αλλά που αμφισβητεί, αντιπαρατίθεται, συγκρούεται -στον ένα ή τον άλλο βαθμό- με την πολιτική που τσαλαπατά τα λαϊκά δικαιώματα και με τους φορείς της, χωρίς το καθεστωτικό ταμπού του «εμείς δεν βγαίνουμε από την ευρωζώνη».
Αριστερή πολιτική σημαίνει να διεκδικείς άμεση κατάργηση-καταγγελία των μνημονίων και των δανειακών συμβάσεων, του μεσοπρόθεσμου και όλων των άλλων εφαρμοστικών τους νόμων.
Σημαίνει άμεση επαναφορά των μισθών και των συντάξεων στην προ μνημονίου κατάσταση, ως πρώτο βήμα για αποδοχές που θα εξασφαλίζουν αξιοπρεπή διαβίωση. Για να γίνει αυτό απαιτείται -μεταξύ άλλων- κατάργηση των ρυθμίσεων για τη μετενέργεια, τις ατομικές συμβάσεις, τις μισθολογικές περικοπές στο δημόσιο εδώ και τώρα.
Αριστερή πολιτική σημαίνει επίδομα ανεργίας σε όλους χωρίς προϋποθέσεις ίσο με τον βασικό μισθό και για όλο το διάστημα της ανεργίας, απαγόρευση των απολύσεων, μαζικούς διορισμούς στην εκπαίδευση και την υγεία, κατάργηση κάθε διάταξης που προωθεί την ελαστική εργασία, μείωση των ωρών εργασίας με αύξηση αποδοχών.
Σημαίνει κατάργηση των φορομπηχτικών μέτρων, των χαρατσιών, του κεφαλικού φόρου και του ΦΠΑ στα είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης, μειώσεις τιμών στα είδη πρώτης ανάγκης, τα τρόφιμα, τα καύσιμα, τα τιμολόγια των ΔΕΚΟ, διαγραφή των χρεών προς τις τράπεζες για αγορά πρώτης κατοικίας. Αλλά και αυξημένη φορολόγηση των επιχειρηματικών κερδών, των εφοπλιστών, των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, άμεση μείωση των στρατιωτικών δαπανών, ακύρωση κάθε νέας εξοπλιστικής παραγγελίας.
Σημαίνει να αποδοθούν στα ταμεία τα αποθεματικά που λεηλατήθηκαν από το πρόσφατο «κούρεμα» και το παλαιότερο «σκάνδαλο των ομολόγων», μείωση του ορίου συνταξιοδότησης και αύξηση των παροχών και των συντάξεων. Κατάργηση των πρόσφατων αντιασφαλιστικών νόμων αλλά και των νόμων Σιούφα-Ρέππα-Πετραλιά.
Σημαίνει ανάκληση των ιδιωτικοποιήσεων, καμιά νέα ιδιωτικοποίηση, αποκλειστικά δημόσια τα κοινωνικά αγαθά όπως η παιδεία, η υγεία, η ενέργεια, το νερό, τα λιμάνια, οι δρόμοι, τα αεροδρόμια, οι επικοινωνίες, οι συγκοινωνίες, ο ορυκτός πλούτος, οι ακτές.
Σημαίνει να σπάσουν τα ιμπεριαλιστικά δεσμά του ΝΑΤΟ, την ΕΕ, της συμμετοχής σε διεθνείς στρατιωτικές αποστολές, αλλά και τα δεσμά που φυλακίζουν τις λαϊκές ελευθερίες, από το χώρο δουλειάς ως την πολιτική, με αιχμή να καθιερωθούν άμεσα η απλή αναλογική, ο ελεύθερος συνδικαλισμός και το δικαίωμα του διαδηλώνειν.
Ας μη συνεχίσουμε σ' αυτό το επίπεδο – είναι φανερό τι σημαίνει αριστερή πολιτική. Δεν επιδέχεται αμφισβήτηση και δεν υπάρχει δύναμη που να δικαιούται τον τίτλο «αριστερή» αν δεν προβάλλει και διεκδικεί με σαφήνεια αυτά τα αιτήματα.
Αμφισβήτηση δεν επιδέχεται και κάτι άλλο: δεν είναι δυνατόν να υλοποιηθεί ούτε το παραμικρό απ’ αυτά αν δεν σπάσει η μηχανή του χρέους. Όσο υπέρτατος νόμος παραμένει η «εξυπηρέτηση των υποχρεώσεων» προς τους τοκογλύφους-δανειστές δεν θα υπάρχει χώρος ούτε για αυξήσεις μισθών ούτε για να γυρίσουν στα ταμεία τα 14 δις των «κουρεμένων» αποθεματικών. Γι' αυτό, όρος για να γίνουν τα παραπάνω είναι να μην πληρώσουμε ευρώ τσακιστό για το χρέος, να προχωρήσουμε στη μονομερή διαγραφή του.
Επιπλέον, δεν είναι δυνατόν να υλοποιηθεί έστω κι ένα από αυτά όσο η Ελλάδα «χορεύει» στους ρυθμούς του ευρώ, της ΕΕ, του Συμφώνου Δημοσιονομικής Σταθερότητας, του Συμφώνου για το ευρώ. Πολύ περισσότερο, είναι αδύνατη μια έξοδος από το μνημόνιο με παραμονή στην ΕΕ και το ευρώ. Όποιος ισχυρίζεται το αντίθετα, σπέρνει αυταπάτες συνειδητά είτε ασυνείδητα ή δεν κατανοεί πού βρίσκεται ή ψεύδεται απροκάλυπτα. Γι’ αυτό, συλλογικές συμβάσεις με αξιοπρεπείς αμοιβές και κατάργηση των χαρατσιών είναι άρρηκτα δεμένα με την έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ.
Τέλος, δεν μπορούμε να φανταστούμε κάποιο από τα μέτρα αυτά να προχωρά αν τα «κλειδιά» της οικονομίας τα έχουν οι τράπεζες κι αν τομείς όμως η διατροφή, οι μεταφορές, η ενέργεια είναι παραδομένοι στη λογική του κέρδους. Γι’ αυτό κρίσιμο ζήτημα είναι οι τράπεζες και οι τομείς στρατηγικής σημασίας να περάσουν σε δημόσια-συλλογική ιδιοκτησία, χωρίς αποζημίωση, και να λειτουργήσουν με εργατικό έλεγχο προς όφελος του λαού.
Το δίπολο Αριστερά-Δεξιά- ΠΟΙΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΣ ΤΩΝ ΜΝΗΜΟΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
Για πολλούς η Αριστερά είναι απλώς ο κοινοβουλευτικός αντίπαλος της συντηρητικής παράταξης. Το μη δεξιό κόμμα που μπορεί να διεκδικήσει την κυβέρνηση από το κύριο κόμμα της δεξιάς. Έτσι, αριστερά είναι ο Ολάντ, που αντιπαρατέθηκε στον Σαρκοζί, ο Πρόντι, που κόντραρε τον Μπερλουσκόνι, ο Α. Παπανδρέου, που έμπαινε απέναντι στην «επάρατο Δεξιά», και σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ, που μπορεί να υπερκεράσει τη ΝΔ, να εκμεταλλευτεί το αντιδημοκρατικό μπόνους των 50 εδρών και να αποτελέσει κορμό μιας άλλης κυβέρνησης.
Πολύ βολική αυτή η προσέγγιση. Βολική για τη ΝΔ, γιατί στο όνομα του «αριστερού κινδύνου» εμφανίζεται ως εγγυητής της σταθερότητας και της ευρωπαϊκής πορείας, ως δύναμη αποτροπής του «σταλινισμού» και των «επιπόλαιων πειραματισμών», κι άρα συσπειρώνει όχι μόνο τον παραδοσιακό συντηρητικό χώρο (επάνοδος Μπακογιάννη κ.λπ.) άλλα και εκείνους που ενεργοποιούνται τα αντανακλαστικά τους από το ενδεχόμενο μιας πρωτιάς του ΣΥΡΙΖΑ.
Βολική είναι και για τον ΣΥΡΙΖΑ. Πλασαριζόμενος ως η δύναμη που «φοβούνται αυτοί» (γι' αυτό συσπειρώνονται και του επιτίθενται), ως η δύναμη που θα ταράξει τα νερά, αλιεύει ψήφους δεξιά κι αριστερά, άλλοτε εμφανιζόμενος ως τιμωρός των μνημονιακών δυνάμεων, άλλοτε χρησιμοποιώντας τη θεωρία της «χαμένης ψήφου απέναντι στην αντικαπιταλιστική Αριστερά και τους Οικολόγους, άλλοτε εμπορευόμενος την ενότητα και άλλοτε καπηλευόμενος το κίνημα. Αλλά πάντα, αφήνοντας στη σκιά της ασάφειας το τι ακριβώς προτείνει, όπως έδειξε η εβδομάδα των διερευνητικών εντολών.
Αν και βολική, αυτή η προσέγγιση είναι πολύ επιφανειακή. Απέναντι στη Δεξιά, τη μνημονιακή πολιτική, την τρόικα δεν βρίσκεται εξ ορισμού και άνευ όρων η δύναμη που διαγκωνίζεται για την κοινοβουλευτική πρωτιά με τη ΝΔ. Βρίσκονται οι δυνάμεις που αμφισβητούν την πολιτική των μνημονίων, την ΕΕ και το ΔΝΤ, την αγορά, την ατομική ιδιοκτησία και το σύστημα της εκμετάλλευσης, από το οποίο απορρέουν και το οποίο εκφράζουν τα μνημόνια. Δεν βρίσκονται οι δυνάμεις που διαπραγματεύονται το μνημόνιο και το χρέος -δηλαδή την έκταση της λεηλασίας των εργαζομένων- αλλά οι δυνάμεις που συγκρούονται με αυτή την πολιτική από θέσεις ρήξης και ανατροπής, από θέσεις που υπεβαίνουν τη φυλακή της αγοράς, της ΕΕ, του ΔΝΤ, της ατομικής ιδιοκτησίας, του κέρδους.
ΜΠΡΟΣΤΑ Ο ΜΑΧΟΜΕΝΟΣ ΛΑΟΣ- Το «πυρηνικά» όπλα της αριστερής πολιτικής - ΜΕΤΩΠΙΚΗ ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ
Ποια είναι τα όπλα της Αριστεράς για να κάνει πράξη την πολιτική της; Με ποια μέσα μπορεί να καταργήσει τα μνημόνια, τις ατομικές συμβάσεις εργασίας, τα χαράτσια, τις ιδιωτικοποιήσεις; Είναι τα δικά της όπλα όμοια μ' εκείνα της Δεξιάς κι απλώς έχουν άλλο πρόσημο; Ή μήπως τα δικά της μέσα είναι ριζικά διαφορετικά, όπως ριζικά διαφορετική είναι η πολιτική και τα συμφέροντα που εκπροσωπεί;
Προφανώς το δεύτερο. Η αριστερή πολιτική απαιτεί κι αριστερά μέσα επιβολής. Δεν υπάρχει παράδειγμα -κι ούτε είναι δυνατόν να υπάρξει στην εποχή του κανιβαλικού καπιταλισμού και της ΕΕ- όπου η αριστερή πολιτική να είχε ως όπλα της τους μηχανισμούς της αστικής εξουσίας, τη στάση απέναντι στο λαό που έχει και η αστική πολιτική.
«Πυρηνικό» όπλο της αριστερής πολιτικής είναι ο ενεργός, οργανωμένος και μαχόμενος λαός. Πυρηνικό, με την έννοια του στοιχειακού, που δηλώνει παρόν σε κάθε χώρο εργασίας, σπουδών και ζωής. Αλλά και με την έννοια του συνολικού, που ως πολιτικό κίνημα μπορεί να ανατινάξει τα θεμέλια της βάρβαρης πολιτικής της ΕΕ, του ΔΝΤ και του κεφαλαίου.
Συνεπώς, βασικό κριτήριο μιας αριστερής πολιτικής και δύναμης είναι αν ρίχνει όλο το βάρος της ώστε να γίνεται πρωταγωνιστής ο συλλογικά μαχόμενος κι οργανωμένος λαός, να οικοδομείται ένα αγωνιστικό μέτωπο ρήξης και ανατροπής με καρδιά ένα ταξικά ανασυγκροτημένο εργατικό κίνημα.
Ώστε να ξεδιπλώνονται αγώνες ικανοί να αποτρέψουν και να ανατρέψουν τα μέτρα και ευρύτερα την πολιτική αυτή σε επιμέρους μέτωπα και συνολικά. Ώστε να μετατρέπονται η ανημπόρια στην καθημερινή αναμέτρηση με τον εργοδότη ή απέναντι στους σιδερόφρακτους μηχανισμούς της ΕΕ και του ΔΝΤ και ο προβληματισμός για το «τι πετύχαμε μετά από δύο χρόνια αγώνων» σε δύναμη ταξικής ανασυγκρότησης του κινήματος, σε τροφοδότη ενός νικηφόρου αγωνιστικού μετώπου ανατροπής της επίθεσης, αντιπαραθετικού στον προδοτικό συνδικαλισμό των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ. Κι όχι να τροφοδοτείται μια λογική ανάθεσης σε κάποιους που θα «κάνουν τη δουλειά» για μας αλλά χωρίς εμάς: σε μια κυβέρνηση ή μια συνδικαλιστική γραφειοκρατία (ΣΥΡΙΖΑ) ή στο κόμμα (ΚΚΕ), που λιβανίζει τα καθεστώτα όπου η εξουσία της εργατικής τάξης έγινα εξουσία επί της τάξης.
Ώστε μέσα απ' αυτή τη διαδικασία να προβάλλουν όργανα έκφρασης κι επιβολής της λαϊκής θέλησης, ανταγωνιστικά προς τους αστικούς μηχανισμούς - κρατικούς ή εργοδοτικούς. Όργανα εργατικού ελέγχου αλλά και διεύθυνσης της παραγωγής και των θεσμών με κριτήριο τις λαϊκές ανάγκες, που θα αποτελούν έμβρυα μιας νέας εξουσίας. Και που, συνενούμενα πανεθνικά, σε στιγμές που θα συγκλονίζονται με θύελες συγκρούσεων, θα συγκροτήσουν μια άλλη εξουσία, εργατική, κι όχι απλώς μια άλλη κυβέρνηση, εντός αστικών πλαισίων.
Με αυτή την έννοια, η Αριστερά δικαιώνει το ρόλο της ακριβώς όταν πολιτεύεται με γνώμονα την καταλυτική ισχύ της εργατικής-λαϊκής πάλης. Όταν ενώνει τους εργαζόμενους στη δράση, μέσα και από την κοινή δράση των ρευμάτων που υπάρχουν στο εσωτερικό της. Όταν ανεβάζει έμπρακτα και όχι δίκην φροντιστηρίου την αυτοπεποίθηση, τη μαχητικότητα και την πολιτική συνείδησή τους. Όταν τους αναδεικνύει σε συλλογικά υποκείμενα και όχι σε οπαδούς ή ψηφοφόρους, σε γαρνιτούρα μιας κυβερνητικής πολιτικής «επανεξέτασης» γεμάτης πιρουέτες και συνδιαλλαγές ή μιας «σοφής πολιτικής» που τη χαράζει το κομματικό ιερατείο.
Υπό αυτούς τους όρους -ταυτόχρονα με τη συνεισφορά της στα μεγάλα θεωρητικά και στρατηγικά ερωτήματα μιας κοινωνίας πέρα από τον καπιταλισμό- θα γίνεται και η ίδια η Αριστερά, ιδιαίτερα η μετωπική αντικαπιταλιστική Αριστερά και οι κομμουνιστικές τάσεις, ένα από τα βασικά όπλα για την προώθηση μιας αριστερής πολιτικής. Γι' αυτό, η ενίσχυση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η αλλαγή του χάρτη στην Αριστερά αποτελεί κρίσιμο διακήβευμα των επερχόμενων μαχών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου